ΑΝΤΙΔΙΚΤΑΤΟΡΙΚΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΧΡΟΝΙΚΟ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ (21-22.02.1973)

 ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΟΣΣΥΒΑΚΗ
———————————————————-

  Η ιστορική κατάληψη τής Νομικής Σχολής Αθηνών στό διήμερο 21-22 Φεβρουαρίου 1973 υπήρξε αδιαμφισβήτητα η πρώτη από τις κορυφαίες εκδηλώσεις μαζικής διαμαρτυρίας κατά τού καθεστώτος τής Χούντας των Συνταγματαρχών.

 Όσοι συμμετείχαμε τότε ενεργά στο φοιτητικό κίνημα, γνωρίζουμε ότι προετοιμάστηκε και συντονίστηκε κατ’ αρχήν από μία μικρή ομάδα φοιτητών και φοιτητριών τής Νομικής και εν συνεχεία τής συστεγαζομένης στό ίδιο κτίριο Φιλοσοφικής Σχολής.

 Πολλοί από τούς παραπάνω πρωτοπόρους ανήκαν ήδη ιδεολογικά και οργανωτικά στίς Φοιτητικές παρατάξεις τών εκτός νόμου κομμάτων τής Αριστεράς (ΑΝΤΙ-ΕΦΕΕ γιά τό ΚΚΕ και «ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ» γιά τό «ΚΚΕ Εσωτερικού»), καθώς και κάποιοι/ες ενταγμένοι/νες σέ αριστερίστικες οργανώσεις όπως  η ΑΑΣΠΕ και η ΠΠΣΠ.

 Ομως, πολλοί άλλοι είμαστε ανένταχτοι, όπως ο γράφων, πού κατά τήν προδικτατορική εποχή (1965-1967), από μαθητής ήμουν ενταγμένος στην Ε.ΔΗ.Ν. την δυναμική νεολαία τής Ενώσεως Κέντρου τού Γεωργίου Παπανδρέου, ενώ τέσσερις (4) ημέρες πρίν τήν εκδήλωση τής δικτατορίας τής 21ης Απριλίου 1967, ως φοιτητής τής Νομικής Αθηνών είχα εκλεγεί πρόεδρος τών -τότε- πρωτοετών συμφοιτητών μου.

 Ωστόσο, ανεξάρτητα από τις όποιες ιδεολογικές διαφορές μας, όλοι μαζί είχαμε τήν διάθεση νά αντιπαρατεθούμε μέ τήν Χούντα και τούς ποικίλους μηχανισμούς καταστολής και κατατρομοκρατήσεώς μας (Ασφαλίτες και Στρατιωτική Αστυνομία), έστω και μέ κίνδυνο τής σωματικής μας υγείας και ακεραιότητος, αλλά και τής απώλειας τών ακαδημαϊκών μας σπουδών.  (1)

 Ετσι λοιπόν, φθάνοντας στά μέσα Φεβρουαρίου 1973, μία δεκαμελής επιτροπή πού προέκυψε από προηγούμενη συνέλευση συμφοιτητών τής Νομικής Σχολής Αθηνών στίς 31.01.1973 (και εδώ θεωρώ, ότι πρέπει να αναφερθούν τά ονόματά τους : Γιώργος Βερνίκος, Νικήτας Λιοναράκης, Αλέκος Αλαβάνος, Νίκος Μπίστης, Γιάννης Δρόσος, Αλκης Κούρκουλας, Ιωάννα Καρυστιάνη, Τάσος Ξένος, Γιώργος Παριανός και Γιώργος Χαραλαμπόπουλος), οργάνωσε με επιτυχία την 16η Φεβρουαρίου, μιά πρώτη κατάληψη τού κτιρίου τής Νομικής.

 Σε εκείνη την ενθουσιώδη συγκέντρωση 500 (περίπου) φοιτητών/φοιτητριών τής Νομικής, αλλά και τής Φιλοσοφικής, όπου και εκεί είχε συσταθεί 5μελής συντονιστική επιτροπή από τίς : Tιτίκα Σαράτση, Κλειώ Κόντου, Αγγελική Ξύδη, Αριάδνη Αλαβάνου και Βέρα Δαμόφλη (πλαισιωμένες και από αρκετές άλλες), απωθήθηκαν δυναμικά έξω από το κτίριο οι Χουντικοί τραμπούκοι συμφοιτητές.

 Βεβαια, εκείνη η «κατάληψη» κράτησε μόνο μέχρι τις απογευματινές ώρες τής ίδιας ημέρας, όμως μάς έδωσε τήν αυτοπεποίθηση γιά μία επόμενη πιό δυναμική και μεγαλύτερης διάρκειας, παρ’ ότι μετά τήν αποχώρησή μας από το κτίριο τής Νομικής υπήρξαν στους πέριξ δρόμους πολλές συλλήψεις και άγριες κακοποιήσεις πολλών παιδιών. (2)

 Στήν εβδομάδα πού επακολούθησε την παραπάνω «πρόβα καταλήψεως», η Χούντα έσπευσε να ενεργοποιήσει τον νόμο περί υποχρεωτικής στρατεύσεως, οπότε πολλοί από τούς πρωταγωνιστές φοιτητές τών μέχρι τότε κινητοποιήσεών μας στρατεύτηκαν βιαίως.

 Ωστόσο, παρά την διάχυτη τρομοκρατία, υπήρξαν αλλεπάλληλες επί μέρους συναντήσεις συναγωνιστών, σε μικρές συγκεντρώσεις σέ σπίτια (όπως το φιλόξενο σπίτι τής Αγγέλας Τσατάλα πολύ κοντά στη Νομική), αλλά και σε ταβερνάκια τής Καισαριανής και τών Εξαρχείων, σέ αρκετές από τίς οποίες συμμετείχα.

 Βέβαια, ήμουν από τούς ελάχιστους τής γενιάς τών επί πτυχίω συμφοιτητών μου, οι οποίοι είχαν επίσης δραστηριοποιηθεί μέσα από τίς σημαντικές πρωτοβουλίες και πολιτικές/πολιτισμικές εκδηλώσεις τής Ε.ΚΙ.Ν. (Ελληνοευρωπαϊκής Κινήσεως Νέων), όπως οι: Γιώργος Βερνίκος, Μάκης Παρασκευόπουλος, Νίκος Αλιβιζάτος, Ξενοφών Γιαταγάνας κ.ά. (3)

 Ετσι λοιπόν, τό βραδάκι τής 20ης Φεβρουαρίου 1973, ήρθαν νά μέ βρούν στό πατρικό σπίτι μου στό Παγκράτι η Ιωάννα Καρυστιάνη, ήδη εκλεγμένη Πρόεδρος τών Κρητών φοιτητών, μαζί με τον Αλέκο Αλαβάνο (και την συντρόφισσά του Κάτια), που ήσαν σημαντικά στελέχη τής ΑΝΤΙ-ΕΦΕΕ, αλλά δέν μπορούσαν νά κοιμηθούν στά σπίτια τους, γιατί απ’ έξω τούς παραμόνευαν περιπολικά τής Αστυνομίας με γνωστούς ασφαλίτες. (4)

  Οπότε, τακτοποίησα τούς παραπάνω συναγωνιστές γιά ύπνο σέ γειτονικό άδειο διαμέρισμα από το οποίο είχα τα κλειδιά και τό πρωί ήρθαν στο σπίτι μου όπου πήραμε πρωινό από τήν μητέρα μου, η οποία «με σφιγμένη καρδιά» ήταν ένθερμα σύμφωνη με τίς επικίνδυνες πρωτοβουλίες μου, ως παλαίμαχη αγωνίστρια-νοσοκόμα στόν ΕΛΑΣ επί Γερμανικής Κατοχής.

 Στήν συνέχεια εμείς, ανά δύο, πήραμε ταξί πού μάς άφησαν ακριβώς έξω  από τήν κύρια πύλη τής Νομικής Σχολής στήν οδό Σόλωνος κι αυτό γιά ν’ αποφύγουμε την σύλληψή μας από τόν κλοιό τών αστυνομικών γύρω από την Νομική, οι οποίοι είχαν πληροφορηθεί ότι κάτι ετοιμάζαμε και «μάς περίμεναν στις γωνίες», πράγμα πού δέν απέφυγαν αρκετοί άλλοι, επίσης «σταμπαρισμένοι» συναγωνιστές φοιτητές, όπως ο Γιώργος Παριανός πού τόν περίμεναν οι ασφαλίτες στήν αφετηρία τού λεωφορείου του και έτσι δέν τόν είχαμε στήν κατάληψη.

 Ωστόσο, γύρω στίς 11 π.μ. η προσέλευση των συμφοιτητών/τριών ήταν τεράστια γιατί εκτός από τούς «συνήθεις υπόπτους» τής Νομικής και τής Φιλοσοφικής, κατέφθασαν οργανωμένοι πολλοί συμφοιτητές τής γειτονικής Φυσικομαθηματικής με επικεφαλής τον δυναμικό Διονύση Μαυρογένη, τής Βιομηχανικής Πειραιώς με τον Γιώργο Φιλιππάκη, αλλά και πολλοί άλλοι κινητοποιημένοι από τούς Εθνικοτοπικούς Συλλόγους, όπως τών Ηπειρωτών πού είχαν πρόεδρο τον δραστήριο Στέφανο Τζουμάκα, τών Χίων, τών Αρκάδων, τών Ηλείων και βεβαίως τών Κρητών, οπότε το συνολικό πλήθος που βρέθηκε εντός τής Νομικής σχολής γύρω στο μεσημέρι, όταν αποφασίσαμε να κλείσουμε την κεντρική πύλη, κατά τούς υπολογισμούς μας είχε φτάσει τίς 2.000 με 2.500 χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες. (5)

 Ο ενθουσιασμός όλων ήταν απερίγραπτος και κορυφώθηκε όταν πολλοί βρέθηκαν στις δύο επάλληλες ταράτσες τού κεντρικού κτιρίου, οπότε πλέον η κατάληψη έγινε αισθητή σε όλη την περιοχή πέριξ τής οδού Ακαδημίας, όπου υπήρχαν μεγάλα πολυόροφα κτίρια με γραφεία, φροντιστήρια και κατοικίες, αλλά και δεκάδες αφετηρίες λεωφορείων πρός κάθε κατεύθυνση και διάφορες συνοικίες, με συνέπεια η είδηση τής καταλήψεως να διαδοθεί αστραπιαία σε όλη την Αθήνα και βεβαίως σε Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Γιάννινα, όπου υπήρχαν μεγάλες πανεπιστημιακές σχολές.

 Από τις δύο ταράτσες τής Νομικής εκφωνούνταν από εκατοντάδες στόματα τα έντονα συνθήματα, όπως το «Φέρτε μας τα αδέλφια μας» (για τούς ήδη στρατευμένους συμφοιτητές μας), «Λευτεριά στους Φοιτητές», «Συμπαράσταση Λαέ» κ.λπ., ενώ αναρτήθηκαν πρόχειρα πανώ με τά ίδια συνθήματα, ενώ κορυφαία ενορχηστρώτρια στίς εκεί εκδηλώσεις αναδείχθηκε η Ιωάννα Καρυστιάνη, πού η διαπεραστική «ηλεκτρική» φωνή της προκαλούσε ρίγη συγκινήσεως και ανέβαζε τον ενθουσιασμό όλων μας.

 Θυμάμαι έντονα, ότι σε κάποια διακοπή τής εκφωνήσεως τών συνθημάτων και ενώ ήμουν στο 3ο όροφο τού κτιρίου από την πλευρά τής οδού Μασσαλίας, με πλησίασε η Ιωάννα μαζί με τον Θάνο Μικρούτσικο, πού τον είχα γνωρίσει πιό πρίν, από την συντρόφισσά του Κοραλλία Σωτηριάδου.

 Είχαν ήδη ετοιμάσει ένα κείμενο πού θα αποτελούσε τον περίφημο «Ορκο τών φοιτητών» και ήθελαν να το «χτενίσω». Καθήσαμε οι τρείς μας στα σκαλιά και το βρήκα εξαιρετικό, κάνοντας μόνο δύο-τρείς λεκτικές παρατηρήσεις, ενώ αμέσως μετά η Ιωάννα τον εκφώνησε στήν ταράτσα, όπου όλοι «εν χορώ» επαναλάμβαναν τον όρκο. (6)

  Θυμάμαι και πρέπει ν’ αναφερθώ στην δραστήρια παρουσία στην κατάληψη τών συναγωνιστών φοιτητών τής Νομικής : Μάκη Παρασκευόπουλου, Χρήστου Λάζου, Γιώργου Χαραλαμπόπουλου, Γιώργου Αγιοστρατίτη, Νίκου Μπίστη, Στέφανου Τζουμάκα, Γιώργου Παπαπέτρου, Γιάννη Μαντζουράνη, Νίκου Μεγγρέλη, Γιάννη Σεργόπουλου, Τάσου Φιλίππου, Γιάννη Διαμαντίδη, Σωτήρη Φέλιου, αλλά και τού Θοδωρή Καλούδη, πού είχε την φαεινή ιδέα να φέρει και να εγκαταστήσει μιά πολύτιμη μικροφωνική/μεγαφωνική εγκατάσταση με την οποία ενημερωνόμαστε για διάφορες ανακοινώσεις και διαδικασίες τών επιτροπών μέσα στήν πολιορκημένη Νομική.

  Τις βραδυνές ώρες εκείνης τής ιστορικής ημέρας, ο γράφων βρέθηκα και με μία μικρή ομάδα νεώτερων συμφοιτητών και συμφοιτητριών στή γωνία τής 1ης ταράτσας τού αποκλεισμένου κτιρίου με μέτωπο στην οδό Ακαδημίας, όπου συγκροτήθηκε αυθόρμητα μιά μικρή χορωδία, με την οποία για αρκετή ώρα τραγουδούσαμε πατριωτικά άσματα όπως τό επικό «Πότε θα κάνει ξαστεριά», τό δημοτικό «Παιδιά τής Σαμαρίνας» και άλλα.

 Τά τραγούδια αυτά ακούγονταν μέ ευκρίνεια μέχρι τήν οδό Ακαδημίας όπου πάρα πολλοί γονείς και συγγενείς τών πολιορκημένων φοιτητών, ξενυχτούσαν κρατώντας αναμμένα κεριά και ανάμεσά τους -όπως έμαθα μετά- ήταν και η μητέρα μου Μαρία Κοσσυβάκη-Σιδέρη.

 Στά ξημερώματα τής νύχτας εκείνης, ο γράφων «λαγοκοιμήθηκα» στά καθίσματα μιάς μικρής αίθουσας τής Νομικής σχολής, μαζί με τον φίλο Γιώργο Χαραλαμπόπουλο. Θυμάμαι ακόμη, παραπλεύρως συγκοιμώμενο και τόν πρωτοετή Ανδρέα Κούρκουλα, νεώτερο αδελφό τού Αλκη Κούρκουλα, τότε σημαντικού συναγωνιστή και μετέπειτα γνωστού δημοσιογράφου. (7)

 Εκεί, μέ τό ξύπνημά μας κατά τίς 6.30 π.μ., ο γράφων είχα μιά πρωτότυπη ιδέα: Αυτή τής επάρσεως τής Ελληνικής σημαίας πού υπήρχε σέ ιστό στήν ταράτσα τής Νομικής Σχολής, στή γωνία τών οδών Σόλωνος και Μασσαλίας.

 Εμπιστεύτηκα τήν ιδέα μου στόν Γιώργο Χαραλαμπόπουλο πού ενθουσιάστηκε και μέ τό ξημέρωμα, περίπου κατά τίς 7 π.μ., αρχίσαμε νά ξεσηκώνουμε όσους κοιμόντουσαν στίς επί μέρους αίθουσες και τά αμφιθέατρα «Σαριπόλων» και Φιλοσοφικής, οπότε μέ σύντονες προσπάθειες, συγκεντρώσαμε στο χώρο τής σημαίας, περί τούς τριακόσιους (300) «αγουροξυπνημένους» συμφοιτητές και συμφοιτήτριες.

 Διακινδυνεύοντας τό σκαρφάλωμα στήν γωνία τού πρεβαζιού, όπου ήταν τά σίδερα στήριξης τού ιστού τής σημαίας, προετοίμασα τά σχετικά μέ τά σχοινιά της και έδωσα τό σύνθημα γιά τήν ανάκρουση τού Εθνικού ύμνου από τούς συγκεντρωμένους, ενώ αναρτούσα αργά τήν μεγάλη σημαία τής Νομικής Σχολής.

 Αυτό τό αναπάντεχο γεγονός τής τελετουργικής επάρσεως τής Ελληνικής σημαίας και η ανάκρουση τού Εθνικού ύμνου (πού δεν ξέφυγε από τους ανταποκριτές τού ξένου τύπου που καραδοκούσαν και φωτογραφήθηκε με τηλεφακό), απεδείχθη ως ένα από τά πιο σημαντικά γεγονότα τής καταλήψεως διότι, ενώ η προπαγάνδα τής Χούντας συστηματικά μάς συκοφαντούσε ως ….«αλήτες», «απάτριδες» και «αναρχικούς», η πράξη μας αυτή, πού ανέδειξε τόν ένθερμο πατριωτισμό μας, τούς στέρησε το «επιχείρημα». (8)

 Οι συνέπειες τής εν λόγω πρωτοβουλίας μου, φάνηκε άμεσα, εφ’ όσον, τήν ίδια ημέρα (22.2.1973), η Πρυτανεία τού ΕΚΠΑ  (μέ πρύτανη τόν Καθηγητή τής Ιατρικής Αθηνών Κων/νο Τούντα), μάς απηύθυνε πρόσκληση γιά διαπραγματεύσεις, ενώ μέχρι τότε υπήρχε απολυτη άρνηση επικοινωνίας μαζί μας, ώστε νά μήν νομιμοποιήσουν τό φοιτητικό κίνημα.

 Ο γράφων, με τίς συναγωνίστριες τής Φιλοσοφικής Τιτίκα Σαράτση και Κλειώ Κόντου, ήμουν μεταξύ τών φοιτητών πού μετέβησαν από την πολιορκημένη Νομική Σχολή στό Κεντρικό κτίριο τού ΕΚΠΑ και γνωρίζω «πρώτο χέρι» τίς συζητήσεις και τίς διαπραγματεύσεις μας εκεί, στίς οποίες πήραν μέρος ως εκπρόσωποί μας και μέλη τής επιτροπής τής καταλήψεως, ο Γιώργος Βερνίκος (που είχε αποκλεισθεί έξω από την κατάληψη την 1η ημέρα), ο Γιάννης Μαντζουράνης, ο Νίκος Μπίστης και ο Χρήστος Λάζος. (Αν θυμάμαι καλά…).

 Ωστόσο, έχω να εκθέσω και ένα ανέκδοτο γεγονός πού συνέβη τότε εκεί…

 Μέ αφορμή το ευρύχωρο ναυτικό αμπέχωνο πού φορούσα, «επιλέχτηκα» από τόν τότε Καθηγητή τής Θεολογικής και Επίσκοπο Ανδρούσης Κο Αναστάσιο (επρόκειτο γιά τόν σημερινό σεβάσμιο Αρχιεπίσκοπο τής Αλβανίας!!!), πού είχε φροντίσει νά προμηθευτεί (500) αναβράζοντα δισκία βιταμίνης «C», συσκευασμένα ανά (50) σε «ζωνάρια» από αλουμίνιο και τά οποία μού «έζωσαν» στή μέση μου και καλυπτόμενα από το φαρδύ αμπέχωνό μου και τα πέρασα στή Νομική Σχολή. Εκεί ανέλαβα να διανείμω τίς βιταμίνες στούς συμφοιτητές και συμφοιτήτριες πού δεν είχαν βάλει κάτι στο στόμα τους επί περισσότερες από 30 ώρες και με λίγο νερό ήπιαν από μία δυναμωτική πορτοκαλλάδα. (Θυμάμαι ενδεικτικά, ότι τήν πρώτη βιταμίνη την έδωσα στην συναγωνίστρια Ολγα Τρέμη, στις ημέρες μας γνωστή δημοσιογράφο…)

 Βέβαια, η σχετική απειρία μας στήν οργάνωση μιάς τέτοιας εκτάσεως και σημασίας πολυπληθούς εκδηλώσεως, χωρίς την πρόβλεψη κάποιων στοιχειωδών προμηθειών διατροφής και λοιπών χρειωδών, δεν μάς επέτρεψε να την συνεχίσουμε για Τρίτη ημέρα, κατά την οποία ενδεχομένως να είχαν συμβεί πολλά αναπάντεχα για την τύχη τής Χούντας, εφ’ όσον ο λαϊκός αναβρασμός σε πολλές συνοικίες, όπως λ.χ. στην Καισαριανή, ήταν έντονος και ήδη πολύς κόσμος είχε βγεί στους δρόμους με συνθήματα.

 Όμως, τις απογευματινές ώρες τής 22ης Φεβρουαρίου, πολλά άτομα -κυρίως πρωτοετείς φοιτητές και φοιτήτριες πού είχαν πάρει μέρος στην κατάληψη με πολύ ενθουσιασμό αλλά ήσαν και εντελώς απροετοίμαστοι για την συνεχιζόμενη διάρκειά της- είχαν αρχίσει να δυσφορούν και ζητούσαν να ανοίξουν οι πύλες για να φύγουν, γεγονός που βεβαίως θα ήταν καταστροφικό για την κατάληψη.

 Η απρόοπτη αυτή εξέλιξη, επέβαλε την νέα συνεννόησή μας με την Σύγκλητο στην οποία, αυτή την φορά, πήγε μία διμελής αντιπροσωπεία από τούς Νίκο Μπίστη και Γιάννη Μαντζουράνη, οι οποίοι απαίτησαν να απομακρυνθούν σε ικανή απόσταση από την Νομική σχολή οι αστυνομικοί και οι χουντικοί τραμπούκοι φοιτητές που «καραδοκούσαν» για να μάς επιτεθούν σε περίπτωση εξόδου.

 Επιστρέφοντας οι δύο παραπάνω συναγωνιστές μάς ανακοίνωσαν, ότι ο Πρύτανης Κων/νος Τούντας εγγυόταν προσωπικά για την ασφάλεια και την σωματική ακεραιότητά μας σε περίπτωση ομαδικής αποχωρήσεώς μας.

 Οπότε, μετά από μερικές επί μέρους συσκέψεις και συνεννοήσεις, επικυρώθηκε η απόφαση για συνολική αποχώρησή μας από το κτίριο, ενώ κατέφθασε έξω από την μεγάλη θύρα ο Πρύτανης και εγώ συμφώνησα να παραμείνω μαζί του μέχρι την πλήρη εκκένωση τού κτιρίου, εφ’ όσον τα περισσότερα παιδιά με γνώριζαν φυσιογνωμικά και έννοιωθαν εμπιστοσύνη βλέποντάς με, ενώ αποχωρούσαν στο σκοτάδι πού είχε ήδη πέσει.

 Εκεί στην μεγάλη θύρα τής Νομικής παρέμεινα επί μία ώρα περίπου, όσο έβγαιναν από το κτίριο ομάδες-ομάδες οι συμφοιτητές και οι συμφοιτήτριες, απεχώρησα δε τελευταίος (μαζί και ο νεώτερος συμφοιτητής Γιάννης Δρόσος, μετέπειτα καθηγητής Νομικής και Δικηγόρος), οπότε, με «αγκαζέ» τον Πρύτανη, πού πρός τιμή του με συνόδεψε για την ασφάλειά μου μέχρι την οδό Ακαδημίας, διέφυγα πρός το Παγκράτι.

 Ωστόσο, η πορεία τού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, με εφαλτήριο τήν ιστορική (διήμερη) κατάληψη τής Νομικής Σχολής Αθηνών, εν συνεχεία «απογειώθηκε», μέ συνεχείς καταλήψεις στην ίδια αλλά και σε όλες τίς Ανώτατες Σχολές και Ιδρύματα τών Αθηνών και ακόμη στή Θεσσαλονίκη, στήν Πάτρα, στά Γιάννινα κ.λπ. βεβαίως μέ συνέπεια τά ακόμη πιό σκληρά μέτρα καταστολής τής Χούντας, μέ αθρόες επιστρατεύσεις και συλλήψεις και μέ άγρια βασανιστήρια από τήν Στρατιωτική Αστυνομία (Ε.Σ.Α.) και τήν Γενική Ασφάλεια Αθηνών, από «διακεκριμένα» στελέχη της, όπως οι διαβόητοι Αστυνόμοι: Mάλλιος, Μπάμπαλης, Καραπαναγιώτης κ.λπ.

 Ομως, το επίκεντρο τών αντιδικτατορικών ζυμώσεων ήταν πάντοτε η Νομική Αθηνών και παρά τήν δραματική εισβολή τής Ασφάλειας στίς 20.03.1973, με συνέπεια τούς τραυματισμούς αρκετών φοιτητών και τίς συλλήψεις πολλών άλλων (απ’ όπου ο γράφων κατόρθωσα να διαφύγω σώος «ως εκ θαύματος», γιά να βρεθώ μετά δύο ημέρες στό …Αγιο Ορος, κρυπτόμενος εκεί επί μία εβδομάδα…), κατά τον μήνα Απρίλιο 1973 κατακτήσαμε το δικαίωμα σε καθημερινές ενθουσιώδεις συγκεντρώσεις στήν περίφημη σκάλα τού τρίτου ορόφου έξω από το μεγάλο Αμφιθέατρο Σαριπόλων, με ομιλίες, συζητήσεις και «ζυμώσεις στη βάση», όπου ο γράφων υπήρξα από τούς τακτικούς ομιλητές, άν και εμφανιζόμουν και αποχωρούσα με μύριες προφυλάξεις και «κόλπα». (9)

 Πράγματι, η Χούντα πού ανησυχούσε σφόδρα από αυτή την διαρκή εστία επαναστατικών διεργασιών, εφάρμοσε ένα σχέδιο στοχευμένων συλλήψεων, ιδιαίτερα στις αρχές Μαϊου 1973, με συνέπεια τον απορφανισμό τού φοιτητικού κινήματός μας, με συνέπεια στα μέσα Μαϊου οι συγκεντρώσεις μας να φυλλοροούν και με βία να συγκεντρώνονται 250-300 συναγωνιστές και συναγωνίστριες, ενώ και οι συνεννοήσεις μεταξύ τών ηγετικών συναγωνιστών να είναι από πολύ δυσχερείς έως αδύνατες εφ’ όσον πάρα πολλοί ήσαν, είτε δέσμιοι είτε στήν παρανομία.

 Ετσι λοιπόν, στά μέσα Μαίου 1973, είχα μιά τολμηρή ιδέα, την οποία συζήτησα με μερικούς συναγωνιστές που συνάντησα σ’ ένα παλιό διώροφο κτίριο τής οδού Ζωοδόχου Πηγής, όπου στεγάζονταν κάποιος εθνοτοπικός σύλλογος.

 Η ιδέα μου ήταν η εξής: εφ’ όσον δεν μπορούσαμε να σηκώσουμε άμεσα το βάρος επομένων συγκεντρώσεων, σε μία τελευταία συγκέντρωση, να ορίσουμε απ’ ευθείας την επόμενη για το …Φθινόπωρο τής ίδιας χρονιάς!!!

 ¨Ετσι λοιπόν, στήν τελευταία συγκέντρωση στή Νομική Σχολή, στίς 16.05.1973, όπου ομιλητές, εκτός από τον γράφοντα ήταν οι : Παναγιώτης Λαφαζάνης και Τάσος Σαπουνάκης, δηλώσαμε πρός τούς συγκεντρωμένους συναγωνιστές (μόνον 120-150 περίπου…), ότι: «λόγω τής επικείμενης εξεταστικής περιόδου Μαϊου-Ιουνίου, η επόμενη συγκέντρωσή μας ορίζεται για την 20η Σεπτεμβρίου 1973», οπότε να «ζυμώσουν» όλο το καλοκαίρι την ημερομηνία αυτή, κρατώντας έτσι ενεργή την συνέχεια τού φοιτητικού κινήματος.

 Ωστόσο, με την λήξη τής συγκεντρώσεως εκείνης και κατά τήν αποχώρησή μου από την Σχολή, με εντόπισαν και μέ συνέλαβαν στήν οδό Σίνα, οι «σεσημασμένοι» αστυνομικοί τού Σπουδαστικού τής Γενικής Ασφάλειας Σμαϊλης και Κανούσης, πού με μετέφεραν με περιπολικό στό ΕΑΤ-ΕΣΑ, (όπισθεν τού σημερινού Μεγάρου Μουσικής).

 Εκεί (στό κελί «Ο») μαζί τούς νεώτερους συμφοιτητές Ανδρέα Νικολόπουλο και Δημήτρη Μαλεβίτη, υποστήκαμε γιά 15 ώρες περίπου, διαδοχικό ομαδικό και ατομικό ξυλοφόρτωμα από τούς διαβόητους Εσατζήδες βασανιστές «Τσέλιγκα», «Σερίφη», «Πέτρου» κ.λπ. Από εκεί διατηρώ ακόμη και την ανάμνηση τής απώλειας δύο δοντιών τής δεξιάς οδοντοστοιχίας μου, από τις στοχευμένες  γροθιές και χαστούκια τού φανατισμένου Τσέλιγκα. (…)

 Όμως, η ένταση και η έκταση τού φοιτητικού ξεσηκωμού που προηγήθηκε αλλά και το κίνημα τού Ναυτικού τον Μαϊο 1973, με την διαφυγή τού Αντιτορπιλλικού «ΒΕΛΟΣ» στην Ιταλία, είχε θορυβήσει την Χούντα και την υποχρέωσε να προσπαθήσει να «εξωραϊσει» το καθεστώς της.

 Αυτό έγινε με τον σχηματισμό Κυβέρνησης υπό τον παλαιό πολιτικό Σπύρο Μαρκεζίνη, η οποία ανέλαβε το καλοκαίρι τού 1973 και με μέτρα αποφυλακίσεως και αποστρατεύσεως τών φοιτητών επιχείρησε να κατευνάσει τήν αυξανόμενη αγανάκτηση τού Ελληνικού λαού, αν και ματαίως όπως αποδείχτηκε.

 Ετσι λοιπόν, στις 20 Σεπτεμβρίου 1973, έξω από την Νομική Σχολή βρέθηκαν συγκεντρωμένοι περίπου 2.500 χιλιάδες φοιτητές, αποφασισμένοι και έτοιμοι για την συνέχεια τού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, οπότε η κορύφωση αυτή δεν άργησε να συμβεί με τά συνταρακτικά γεγονότα τής μεγάλης καταλήψεως τού Πολυτεχνείου στίς 14, 15, 16, 17 Νοεμβρίου 1973 και ήταν το πλέον δυναμικό αντιστασιακό γεγονός στήν διάρκεια τής 7χρονης δικτατορίας τών Συνταγματαρχών!!!

 Όμως, όπως κατέγραψε ο γνωστός Ολλανδός δημοσιογράφος Currant πού με τίς τολμηρές ανταποκρίσεις του πληροφορούσε αυθεντικά την Ευρώπη για τα δραματικά γεγονότα τής φοιτητικής εξεγέρσεως μας: «Μπορεί η κατάληψη τού Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο 1973 να θεωρείται δικαίως η κορυφαία στιγμή τού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, όμως η ιστορική κατάληψη τής Νομικής που προηγήθηκε, τον Φεβρουάριο 1973, ήταν η πρώτη ομαδική αντιστασιακή εκδήλωση κατά τής Χούντας και γι’ αυτό υπήρξε εξ ίσου σημαντική».

——————————————————————————————————

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΙΚΑ ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ
——————————————————

 1. Στό λιτό κείμενό του με τίτλο «ΣΑΝ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ», ο Γιώργος Ιωάν. Χαραλαμπόπουλος (εγκάρδιος φίλος από πρίν αλλά και συναγωνιστής σε εκείνα τα ιστορικά γεγονότα) έγραψε: «Κανείς από μάς δεν φαντάζονταν το 1970, ότι οι διάφορες κλειστές παρέες του φοιτητικού κόσμου θα ενώνονταν σάν σταγόνες σιγά σιγά, θα ζυμώνονταν σε θέσεις και αιτήματα και θα εξελίσσονταν στον χείμαρρο πού βιώσαμε στην κατάληψη τής Νομικής Σχολής (21 Φλεβάρη τού ’73) και αργότερα στο Πολυτεχνείο».

 2. Θυμάμαι ενδεικτικά μιά φίλη, πρωτοετή φοιτήτρια τής Φιλοσοφικής, τήν Γεωργία Αρβανίτη από το Αγρίνιο, πού χτυπήθηκε μέ «κοφτή παλάμη» στήν ρίζα τής μύτης της από αστυνομικό-τραμπούκο ονόματι Τσαούση και γιά 10 ημέρες έρχονταν στίς διεργασίες μας με έντονους μαύρους κύκλους στά πρισμένα μάτια της (…)

 3. Επεξηγώ, ότι εξ αιτίας τών αντιδικτατορικών μου πρωτοβουλιών αμέσως μετά την επιβολή τής Χούντας, οπότε η αυθόρμητη ομιλία μου πρός τούς πρωτοετείς συμφοιτητές μου, ήδη στις αρχές Μαϊου 1967, είχε επισύρει την πρώτη άμεση σύλληψή και τις ταλαιπωρείες μου στήν Γενική Ασφάλεια, η οποία τότε έδρευε στην οδό Μπουμπουλίνας, πίσω από το Πολυτεχνείο.

 Οπότε, εν συνεχεία απώλεσα τα μαθήματα τού 1ου έτους με εντολή τής Ασφάλειας πρός τούς καθηγητές μου. (Πλήν τής γενναίας Υφηγήτριας Κας Μ. Γουδή, βοηθού τού Καθηγητού τής Πολιτικής Οικονομίας Ξενοφώντα Ζολώτα, η οποία αρνήθηκε να με απορρίψει και μού εμπιστεύτηκε τίς αφόρητες πιέσεις πού είχε δεχθεί…), ενώ δεν μού έλειψαν οι συχνές κλήσεις στήν Γενική Ασφάλεια, όπου και «είχα την τιμή» να ανακριθώ κατ’ επανάληψη από τούς γνωστούς επικεφαλής αστυνομικούς Πέτρο Μπάμπαλη, Ιωάννη Καλύβα κ.ά.

 Εν συνεχεία, μετά το 1970 πλέον, είχα σημαντικές καθυστερήσεις σε αρκετά από τά μαθήματα τού πτυχίου μου, αφ’ ενός γιατί παράλληλα ήμουν αθλητής βόλλεϋ στον Πανιώνιο Γ.Σ. και αφ’ ετέρου γιά βιοποριστικούς λόγους, πολύ περισσότερο πού, όπου προσλαμβανόμουν για εργασία, μερικές ημέρες μετά απολυόμουν με παρέμβαση τής Ασφάλειας, τα όργανα τής οποίας με παρακολουθούσαν στενά.

  4. Πρέπει νά σημειώσω, ότι μέ τήν γνωστή πολιτική οικογένεια τού τ. Υπουργού Νίκου Αλαβάνου γνωριζόμουν από τήν προδικτατορική εποχή, και ειδικότερα μέ τους μεγαλύτερους γυιούς του, τόν Κωνσταντίνο (μεταδικτατορικά Γ.Γ. τού Υπουργείου Πολιτισμού και Βασίλη (συμφοιτητή μου και μετέπειτα Δικηγόρο Αθηνών).

 Όμως, στά πρώτα χρόνια τής δικτατορίας (1969-1970), είχαμε συναντήσεις στό πατρικό τους σπίτι (όπου είχα γνωρίσει και τον Αλέκο, τότε μαθητή Λυκείου) και κάναμε συζητήσεις γιά αντιστασιακές κινήσεις και πράξεις, όπως ήταν μιά σειρά άρθρων στήν ημερήσια εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ», πού είχαν ευρεία απήχηση και οδήγησαν στό κλείσιμο τής γνωστής εφημερίδας, αλλά και την δραστηριοποίησή μας γιά σαμποτάρισμα τών μεθοδευμένων «αρχαιρεσιών» πού σχεδίαζε η Χούντα στο Πανεπιστήμιο για να δείξει «δημοκρατικό προφίλ» και τίς οποίες τότε αποτρέψαμε.

 Σ’ εκείνες τίς συναντήσεις μας είχα φέρει και συστήσει γιά πρώτη φορά στους Αλαβάνους, τόν φίλο και γείτονά μου Γεράσιμο (Μάκη) Παρασκευόπουλο πού εξελίχθηκε σέ άξιο ηγέτη τής νεολαίας «Ρήγας Φεραίος» (και πρέπει να τονίσω ότι υπήρξε από τούς βασικούς πρωτεργάτες τού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος), τόν Νίκο Αλιβιζάτο (νύν γνωστό Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου ΕΚΠΑ), καθώς και τόν Γιάννη Διαμαντίδη (μετέπειτα Βουλευτή Πειραιώς και Υπουργό).

 5. Οφείλω να καταγράψω, ότι κατά τίς απογευματινές ώρες τής 21ης Φεβρουαρίου 1973, κατέφθασε έξω από την Νομική, με πορεία και συνθήματα, μία μεγάλη ομάδα συμφοιτητών από την Πάντειο, οι οποίοι είχαν επικεφαλής τούς εγκάρδιους φίλους Χρήστο Παπαβασιλείου, Γιάννη Τζώρτζη κ.ά., και μετά από σκληρή συμπλοκή με τούς χουντικούς φοιτητές που ενέδρευαν γύρω από το κτίριο, κατόρθωσαν να μπούν στη Νομική σχολή από την θύρα τής οδού Σίνα και να συμμετάσχουν στην κατάληψη, ενώ παρέμεινε έξω από την Σχολή ο Γιώργος Βερνίκος πού τον εντόπισαν οι Χουντικοί και τον ξυλοφόρτωσαν άσχημα.

 6. Προσφάτως πληροφορήθηκα από τον -ακόμη εγκάρδιο φίλο- Μάκη Παρασκευόπουλο (και τ.Δήμαρχο Πύργου), ότι το αρχικό κείμενο τού όρκου τών φοιτητών, τότε, το είχε συντάξει ο ίδιος και το προώθησε στους Γιώργο Χαραλαμπόπουλο και Στέφανο Τζουμάκα. Εκείνοι το προώθησαν στην Ιωάννα Καρυστιάνη και έτσι προκύπτει, ότι εκείνο το επικό κείμενο ήταν, λίγο ή πολύ δεν έχει σημασία, μιά σύνθεση σκέψης αρκετών συναγωνιστών τής μεγάλης κατάληψης τής Νομικής σχολής.

 7. Με τον Γιώργο Χαραλαμπόπουλο, εκτός από εγκάρδιοι φίλοι, υπήρξαμε συναγωνιστές σε πολλές φάσεις τού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και μία από αυτές ήταν η έκδοση και προώθηση, χέρι-χέρι, τής αντιστασιακής εφημερίδας «ΠΡΩΤΟΠΟΡΕΙΑ», η οποία όμως, στο 3ο φύλλο της κατασχέθηκε από την Γενική Ασφάλεια.

 8. Βέβαια, κάποια στελέχη τών κομμουνιστικών νεολαιών (ιδίως τής ΑΝΤΙ-ΕΦΕΕ), πού κυριαρχούσαν οργανωτικά στό φοιτητικό κίνημα και τό συγκεκριμένο γεγονός τής επάρσεως τής Ελληνικής σημαίας, ως άκρως αυθόρμητο «ξέφυγε» από τόν έλεγχό τους (…) εκ τών υστέρων μάς κατηγόρησαν ότι η πράξη μας «έδειχνε        εθνικιστικές τάσεις» (!!!) Τό  ότι, η Νομική Σχολή Αθηνών σήμερα, αλλά και υπέρ τα σαράντα (40) χρόνια δεν φέρει τήν Ελληνική σημαία στόν ιστό της, παρ’ ότι είναι ένα Ελληνικό δημόσιο κτίριο, αποκαλύπτει, ότι μιά αντιπατριωτική και βέβαια ανθελληνική νοοτροπία «φωλιάζει» ακόμη στά αρρωστημένα μυαλά κάποιων.

  9. Προσωπικά, στο διάστημα αυτό τού Απριλίου-Μαίου 1973, για να αποφύγω κάποια επίφοβη σύλληψή μου, αναγκάστηκα να απομακρυνθώ από το πατρικό μου σπίτι και να βιώσω ένα καθεστώς ημιπαρανομίας, διαμένοντας σ’ ένα μικρό ισόγειο διαμέρισμα στά Ιλίσια, πού ευγενώς μού είχε παραχωρήσει ο πολύ αγαπητός μου πρωτοξάδελφος Γιώργος Κοσμάς από την Αρτα (αείμνηστος σήμερα), τότε φοιτητής στο πτυχίο τής ΑΣΟΕΕ.

————————————————————————————————————

Τ Ε Λ Ο Σ

Loading

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΗΠΕΙΡΩΤΗ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΤΖΩΡΤΖΗ

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
ΣΤΟΝ ΗΠΕΙΡΩΤΗ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ
ΓΙΑΝΝΗ ΤΖΩΡΤΖΗ
(Σπονδή στό φοιτητικό αντιδικτατορικό κίνημα)

—————————
Οι πατριωτικές κεραίες μας επικοινώνησαν άμεσα
από τήν πρώτη ώρα πού γνωριστήκαμε,
εκεί στή φιλόξενη «Πανηπειρωτική»,
λημέρι μυστικών αντιδικτατορικών ζυμώσεων.
Οι καιροί αγριεμένοι, μά εμείς είμαστε φορτωμένοι
μέ τά προγονικά Σουλιώτικα γονίδιά μας
και ανυπομονούσαμε νά διακηρύξουμε,
χωρίς πολλή περίσκεψη, τήν νεανική υπερηφάνεια μας.
Φεγγαρόφωτο στήν ταράτσα τής πολιορκημένης Νομικής,
κι είχαμε ψάλλει τόν παλιό δεκαπεντασύλλαβο
γιά τά «λερωμένα» παιδιά τής Σαμαρίνας,
όταν γεννήθηκε στό νού μου η αναπάντεχη ιδέα.
Χάραμα καλέσαμε τούς αποφασισμένους συμφοιτητές
καί μέ τόν Εθνικό Υμνο υψώσαμε τή Σημαία,
τρανή κι αγέρωχη απάντηση «στούς άλλους»,
πώς εμείς είμαστε οι συνειδητοί Ελληνες πατριώτες.
Μπροστάρης ήσουνα Γιάννη μου καί στό μνημόσυνο
τού Γέρου τής Δημοκρατίας μέ τούς αγωνιστές
τής «Παναρμόνια» καί τόν ψυχωμένο αδελφό μου
όταν οι άλλοι σάς σκιάχτηκαν καί πρώτη φορά λάκισαν.
Και πώς νά λησμονήσουμε τήν κρίσιμη στιγμή μας, εκεί
στά κάγκελα τού Πολυτεχνείου, όταν η ριπή
τών «φαιών», ξαστόχησε μόλις λίγο επάνω
απ’ τά κεφάλια μας, ίσως δωρεά ευχής τών μανάδων μας.
Φυλαχτό πολύτιμο καί λίγες ώρες αργότερα, όταν τό τάνκ,
αμείλικτα γκρέμισε τήν μεγάλη σιδερένια πύλη,
μαζί μέ τά κορμιά, φθινοπωρινά χρυσάνθεμα,
τών ασυμβίβαστων καί άφοβων συμφοιτητριών μας.  
Φίλε μου ανεκτίμητε, πιστέ σέ άδολα νεανικά οράματα,
νά μέ καρτερείς, γιατί καί εκεί στά επουράνια
ίσως νά χρειαστεί μιά παραδείσια κατάληψη
καί μήν διανοηθείς, ότι δέν θά τήν διοργανώσουμε μαζί.
Αλλωστε, έχουμε τόσα νά πούμε, πού δέν προλάβαμε
νά γράψουμε, κληρονομιά στά παιδιά μας
καί στ’ ανυπότακτα Ηπειρωτάκια όπου γής,
περίσσια χρήσιμα καί γι’ άλλους χαλεπούς καιρούς…

Γρηγόρης Κοσσυβάκης, 15.11.2023    

 

Loading

ΤΟΥΣΙΑ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ, Ο “ΑΙΑΣ” ΤΩΝ ΣΟΥΛΙΩΤΩΝ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΝΙΚΗΦ. ΚΟΣΣΥΒΑΚΗΣ

ΤΟΥΣΙΑΣ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ
(Ο Αίας των Σουλιωτών)

ΑΘΗΝΑ 2023

Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η

Ο γράφων, ενασχολούμενος από εικοσαετίας με την συγγραφή ιστορικών θεμάτων, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ιστορία, εκτός από ενδιαφέρουσα και συναρπαστική θεωρητική επιστήμη, είναι και μία πρωτότυπη άσκηση / μέθοδος μακροζωϊας!

Ισως αυτή η φιλοσοφική προσέγγισή μου στην Ιστορία, εκ πρώτης όψεως να μην φαίνεται ότι έχει συνάφεια με το προσδόκιμο όριο της ζωής μας και την δυνατότητα τεχνητής επιμηκύνσεώς της!!!

Ωστόσο, για όσους εντρυφούμε στις δαιδαλώδεις πτυχές της και ιχνηλατούμε συναρπαστικές περιόδους εξερευνήσεων, αποικισμών, εκστρατειών, πολέμων και περιπετειών κάθε εποχής, τις οποίες εβίωσαν και υπέστησαν γενεές ανθρώπων πριν από εμάς, είναι βέβαιον ότι θα ξεχωρίσουμε κάποιες που, για λόγους υποκειμενικούς, μας συγκινούν ιδιαιτέρως.

Παραλλήλως, τα γεγονότα, οι στιγμές, οι ημέρες και οι ιστορικές περίοδοι πού μας κινούν το εν λόγω ειδικό ενδιαφέρον, αναπόδραστα συνδέονται και με τους ήρωες-πρωταγωνιστές τους, οι οποίοι -συν τω χρόνω- αισθανόμαστε ότι μας είναι γνώριμοι, οικείοι και προσφιλείς.

Ισως, μάλιστα, μέχρι του σημείου να εξελιχθούν οι διασωζόμενες (αυθεντικές ή ωραιοποιημένες) μορφές τους, σε αφίσες στο προσωπικό μας γραφείο ή σε πίνακες σε περίοπτη θέση στο σαλόνι μας.

Αυτή η ιδιαίτερη εντρύφηση σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα και στις πρωταγωνιστικές προσωπικότητες που αναδείχθηκαν σ’ αυτά, με τις αναγκαίες προσεγγίσεις και αναλύσεις του χαρακτήρα τους, των ξεχωριστών ιδιοτήτων τους, των ηρωικών κατορθωμάτων και παθημάτων τους, σύν τω χρόνω προσφέρουν (τουλάχιστον στους «ιστοριολάγνους» όπως ο γράφων), ένα είδος αποκλειστικής βιωματικής συνταυτίσεώς μας.

Δηλαδή, μας προσφέρουν την έντονη αίσθηση, ότι τα βιολογικά όρια της δικής μας ζωής αντιστοίχως επιμηκύνονται, ακριβώς διότι σ’ αυτήν προστίθενται και οι χρόνοι των ιστορικών δράσεων των ηρώων μας, εφ’ όσον, νοερώς συμβιώσαμε «εκεί και τότε» μαζί τους!

Ο γράφων είχε και έχει έντονη την εν λόγω αίσθηση για σημαντικές περιόδους της διαχρονικής Ελληνικής ιστορίας, πρωτίστως όμως αισθάνεται ότι έχει βιώσει «ωσεί παρών» πολλά από τα δρώμενα της Επαναστάσεως του 1821, καθώς και εκείνα που συνέβησαν αρκετές δεκαετίες πρίν το ’21, όταν η αναγκαιότητα της εθνικής παλιγγενεσίας μας «σιγόβραζε» και είχε εκδηλωθεί με τις αλλεπάλληλες αιματοβαμμένες επί μέρους εξεγέρσεις – «προσανάμματά» της.

Τέτοιες εξεγέρσεις υπήρξαν τα λεγόμενα «Ορλωφικά» (1769-1771) και αμέσως μετά οι επικές περιπέτειες του θρυλικού ναυμάχου Λάμπρου Κατσώνη (1788-1792) που, με σύμμαχο-συμπολεμιστή τον καπετάν Ανδρίτσο Βερούση και τους αρειμάνιους «πεζοναύτες» του από την Ήπειρο και την Ρούμελη, κυριάρχησαν στις ελληνικές θάλασσες του Αιγαίου και του Ιονίου, αρχικά κατ’ εντολή της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας, εν συνεχεία όμως, αυτόβουλα και μόνο για την ελευθερία του Γένους μας!!!

Παραλλήλως όμως, υπήρξε μακροχρόνιος και ο συγκλονισμός των Ελλήνων ραγιάδων, άλλως «ρωμαίγων» ή «ρωμιών», άλλως «γραικών, που κρυφομάθαιναν, επί εκατό και περισσότερα χρόνια, σε όλη την διάρκεια του 18ου αιώνα, για τους νικηφόρους πολέμους των απροσκύνητων Σουλιωτών κατά των Τούρκων κατακτητών και το ηθικό τους έρμα κρατιόνταν ακμαίο, με έντονη την συνείδηση ότι ήταν γένος διάφορο από τους Ασιάτες δυνάστες τους, μάλιστα δε -«το πάλαι ποτέ»- ένδοξο και κυρίαρχο, όπως τους το υπενθύμιζαν τα αρχαία ερείπια από τα οποία ήταν κατάσπαρτα όλα τα ελληνόφωνα μέρη.

(Και βεβαίως, όλα αυτά ήταν συμβάντα πολύτιμης ιστορικής σημασίας, δυστυχώς, όμως, παραμένουν άγνωστα στην παμψηφία των συγχρόνων Ελλήνων και Ελληνίδων…)

Ωστόσο και καθ’ όσον με αφορά πρέπει να καταγράψω, ότι οι συγγραφικές «κεραίες» μου υπήρξαν ιδιαίτερα ευαίσθητες ως προς τα εν λόγω ιστορικά γεγονότα και για τον επί πλέον λόγο, ότι σ’ αυτά συμμετείχαν, έδρασαν και υπέστησαν πολλά, προσφιλείς πρόγονοί μου από την πατρική «ρίζα» μου.

Ειδικότερα μάλιστα, στα χρόνια του τελευταίου πολέμου των Σουλιωτών με τον αιμοβόρο Αλή Πασά των Ιωαννίνων (1800-1804), υπήρξε επώνυμη συμμετοχή των τότε απωτέρων ανιόντων μου στη δραματική πολιορκία και τον τραγικό αποδεκατισμό της ξακουστής «φάρας» των Μποτσαραίων στη Μονή Σέλτσου την άνοιξη του 1804, ενώ υπήρξε καθοριστική η συμβολή τους στην διάσωση των ελαχίστων που επέζησαν εκεί, μεταξύ των οποίων -ευτυχώς- ο τότε 15ετής έφηβος Μάρκο Μπότσαρης!

Ετσι λοιπόν, η συναισθηματική προσέγγισή μου στα εν λόγω ιστορικά συμβάντα υπήρξε πρώιμα έντονη και η αίσθηση ότι είχα «συμβιώσει» σ’ αυτά, μου επέβαλε, στα πρόσφατα χρόνια, να διαθέσω πολύτιμο χρόνο για την έρευνα στοιχείων και την συγγραφή σχετικών ιστορικών κειμένων, καθώς και στην έκδοση βιβλίου αφιερωμένου σ’ αυτόν τον κορυφαίο Σουλιώτη ήρωα της Επαναστάσεως του 1821.

Όμως, η καταγεγραμμένη Σουλιωτική ηρωϊκή εποποιία και τα συγκλονιστικά πολεμικά γεγονότα της, υπερκαλύπτουν χρονολογικά τις δράσεις τουλάχιστον πέντε (5) συνεχών γενεών Σουλιωτών, ώστε εάν την προβάλλουμε σχηματικά με την μορφή πυραμίδος, την μεν νοητή κορυφή της κατέχει αδιαμφισβήτητα ο ασύγκριτος Μάρκος, όμως τις αμέσως ακόλουθες «πλευρές», τις «ακμές» και τις «θεμέλιες βάσεις» της, τις αποτελούν και τις στεργιώνουν οι αρειμάνιες μορφές εκατοντάδων άλλων Σουλιωτών, ανδρών, αλλά και γυναικών.

Διότι -πράγματι- όλα αυτά τα «πυραμιδικά μέλη», εκτός από τους Μποτσαραίους, τα κατέχουν επαξίως οι εξ ίσου ήρωες Τζαβελαίοι, Δρακαίοι, Ζερβαίοι, Δαγκλαίοι, Ζαρμπαίοι, Σεχάτες, Κουτσονικαίοι, Καραμπινάτες, Πανταζάτες, Βασάτες και λοιποί συμπολεμιστές από τις σαράντα επτά (47) γνωστές φάρες των Σουλιωτών, που «έσπειραν κόκκαλα» στις «κιάφες», τα περάσματα και τα φαράγγια των Ηπειρωτικών βουνών.

Ενώ, το πάνθεον των επωνύμων ηρώων της κοσμούν και ξεχωριστές γυναικείες μορφές, όπως της Μόσχως Τζαβέλα, της Χάϊδως Σέχου, της Δέσπως Μπότση, της εικοσάχρονης καπετάνισσας Λένης Νότη Μπότσαρη και της έφηβης πρωτοξαδέλφης της Λένως Κίτσου Μπότσαρη αλλά και εκατοντάδες άλλες «ανώνυμες» Σουλιώτισσες πού μάχονταν με αφοβιά δίπλα στους πατεράδες, τους αδελφούς και τους άνδρες τους αλλά και έγραψαν ιστορία με τον χορό του ένδοξου θανάτου τους στο Ζάλογγο και στο Μοναστήρι του Σέλτσου.

Ωστόσο, προσεγγίζοντας συναισθηματικά την Σουλιώτικη εποποιία, ο γράφων εξομολογούμαι την εντελώς ιδιαίτερη ψυχική μου σχέση με την σύντομη ζωή και τις εντυπωσιακές δράσεις ενός από εκείνους τους ανεπανάληπτους Σουλιώτες ήρωες, για την αφετηρία της οποίας, όμως, πρέπει να αναδρομήσω στα -μακρινά πλέον- μαθητικά χρόνια μου!

Πράγματι, ήμουν μαθητής στην τελευταία τάξη του Ζ’ Γυμνάσιου Αρρένων Παγκρατίου, το μακρινό έτος 1966, όταν, με μία ιδιαιτέρως προσφιλή μου καθηγήτρια-φιλόλογο (την Κυπρία Κα Ελένη Γεωργιάδου) και με τους φίλους-συμμαθητές μου, επισκεφθήκαμε το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών.

Οπου, η εκεί περιδιάβασή μας στα πολύτιμα κειμήλια της εθνικής μας παλιγγενεσίας, με τα εντυπωσιακά όπλα, τις πανέμορφες φορεσιές και τους ζωγραφικούς πίνακες, όπου απεικονίζονταν οι μορφές των -περισσότερο ή λιγότερο- γνωστών και πολύτιμων ηρώων μας του έπους του 1821 (όπως ο Θοδωρής Κολοκοτρώνης, ο Μάρκο Μπότσαρης, ο Πετρόμπεης και ο Ηλίας Μαυρομιχάλης, ο Γιώργης Καραϊσκάκης, ο Οδυσσεύς Ανδρούτσος, ο Δημήτριος Υψηλάντης, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Νικηταράς, ο Ανδρέας Μιαούλης, ο Κωνσταντής Κανάρης, η Λασκαρίνα-Μπουμπουλίνα, ο Κίτσο Τζαβέλας κ.ά.) μου έμεινε αλησμόνητη και καθοριστική για την έκτοτε «προσωπική» γνωριμία μου μαζί τους.

Εντελώς ιδιαίτερος, όμως, υπήρξε ο δικός μου συγκλονισμός, όταν μεταξύ όλων αυτών των ηρωικών μορφών που μας ατένιζαν αγέρωχοι εκεί, βρέθηκα εμπρός σ’ έναν πίνακα, όπου τον εικονιζόμενο αγωνιστή αντίκρυζα για πρώτη φορά αλλά -τί περίεργο- ακαριαία είχα την αίσθηση ότι τον γνώριζα από χρόνια!

Και ήταν αυτός ο Τούσια Μπότσαρης, που η πανώρια μορφή του και το αέτιο βλέμμα του με είχαν τότε καθηλώσει κυριολεκτικά και μέχρι σήμερα, οσάκις τον αντικρύζω, δεν έχω πάψει να αισθάνομαι την ίδια εκείνη συγκλονιστική σχέση/επικοινωνία μαζί του.

Ετσι λοιπόν προέκυψε ως «μονόδρομος» η διαχρονική επιθυμία μου να επιχειρήσω -έστω τόσα χρόνια μετά την «γνωριμία μας»- την συγγραφή μονογραφίας προς τιμή του, γι’ αυτό και είμαι σήμερα ευτυχής για την απόφασή μου.

Πολύ περισσότερο διότι, ιχνηλατώντας τις συμβατικές ιστορικές αναφορές για τον αρειμάνιο Σουλιώτη ήρωα, γρήγορα διαπίστωσα ότι αυτές ήταν ελάχιστες και αποσπασματικές, όμως (ήταν) και αρκετές για να με βεβαιώσουν, ότι επρόκειτο για άνδρα με σπάνιες χάρες, με συνετά λεγόμενα, με απόκοτα κατορθώματα, αλλά και με έναν -υπό τραγικές συνθήκες- επικό θάνατο!

Ακόμη περισσότερο, όμως, κορυφώθηκε το συγγραφικό ενδιαφέρον μου για την βιογραφία του Τούσια Μπότσαρη όταν, εντρυφώντας γενικότερα στα ήθη και στα έθιμα των Σουλιωτών, με έκπληξή μου διαπίστωσα, ότι οι ανάλγητες Μοίρες της αρχαιοΕλληνικής Μυθολογίας, είχαν προκαθορίσει όχι δίκαια -ήδη από την γέννησή του- την πορεία της ζωής αυτού του ξεχωριστού άνδρα πολεμιστή, ο οποίος (όπως θα διαπιστώσουν και οι αναγνώστες της συγγραφής μου), δικαιούνταν να του αναγνωρισθεί μεγαλύτερη ένδοξη υστεροφημία, όχι μόνο μεταξύ των Σουλιωτών αγωνιστών του έπους του 1821, αλλά και πανελληνίως!

Μάλιστα, ως εκ του χαρακτήρος μου (αλλά και ως θεράποντος της δικαιοσύνης επί συναπτά σαράντα πέντε χρόνια), ακριβώς αυτό ήταν το κρίσιμο στοιχείο που με οιστρηλάτησε στην συγγραφική καταγραφή και την προβολή των ιστορικών δρωμένων του, διότι αναιρούν (έστω και σχεδόν διακόσια χρόνια από τον ηρωϊκό θάνατό του) την εν λόγω ιστορική αδικία σε βάρος του και αποκαθιστούν την ένδοξη μνήμη του Τούσια Μπότσαρη στο ύψος και στο εύρος που του έπρεπε.

 ———————————-

 Υ.Γ. Ωστόσο, περαίνοντας την εισαγωγή στο παρόν συγγραφικό μου έργο, οφείλω να αποδώσω τις θερμές ευχαριστίες μου στον συνΕλληνα ιστορικό ερευνητή Κο Θανάση Τζώρτζη, ο οποίος, έχοντας εντρυφήσει με περισσή επιμέλεια και πατριωτικό ενδιαφέρον στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, είχε ήδη εντοπίσει πολύτιμα έγγραφα σχετικά με την πολεμική δράση του Τούσια Μπότσαρη, καθώς και την παντελώς άγνωστη πλήν υπερπολύτιμη -από 1η Σεπτεμβρίου 1825- επιστολή της Μάρως άλλως «Σωτήραινας», αυταδελφής του Μάρκου Μπότσαρη, στοιχεία με τα οποία προθύμως με εφοδίασε, συντελώντας σπουδαία στο όλο συγγραφικό μου έργο σχετικά με τους Μποτσαραίους.

 ——————————————————

     

 

Loading

Τα πήραμε τα Γιάννινα…

Αφιέρωμα

Τα πήραμε τα Γιάννινα…

Η μαρτυρία του πρώτου εισελθόντος στα Ιωάννινα Έλληνος οπλαρχηγού Ιωάννη Σωτ. Κοσσυβάκη

(Το άρθρο δημοσιοποιήθηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό της βουλής των Ελλήνων. Τεύχος 58, 14/2/2023)

Για ευκολότερη ανάγνωση κάντε κλικ επάνω στις εικόνες ή επισκεφτείτε τον σύνδεσμο με το τεύχος σελίδα 18 έως 23 (κλικ εδώ)

 

Loading

Αφιέρωμα στον Σταύρο Σαράφη

Μέσα στον ορυμαγδό των θλιβερών και τραγικών ειδήσεων πού “εισπράττουμε” καθημερινά από τα αδηφάγα ΜΜΕ, η είδηση τού φυσικού θανάτου ενός παλαίμαχου ποδοσφαιριστή δεν θα μπορούσε να καταταχθεί σε εκείνες της πρώτης γραμμής. Όμως για τον υποφαινόμενο η σημερινή αναγγελία θανάτου τού Σταύρου Σαράφη τής μεγάλης ομάδας τού ΠΑΟΚ της 10ετιας τού 1970 ήταν μια πολύ θλιβερή πληροφορία. Σπουδαίος ποδοσφαιριστής, μαχητικός, ανθεκτικός και άφοβος, αποτελεσματικός εφ’ όσον νομίζω ότι είναι ο 1ος σκόρερ της ομάδος του όλων των εποχών, με θεαματικά γκολ, πολλά από τα οποία με κεφαλιές-κανονιές, υπήρξε η επιτομή τού ποδοσφαιριστή-οδοστρωτήρα. Όμως, ο Σταύρος Σαράφης υπήρξε και κάτι ακόμη πιό σπουδαίο: Ήταν αθλητής με Α κεφαλαίο, με ήθος και φιλικότητα, χωρίς βρώμικους φανατισμούς και δολοφονικά λακτίσματα, πάντα έτοιμος να κατευνάσει τα σχεδόν πάντοτε οξυμένα πνεύματα της φοβερής Τούμπας. Δεν τιμωρήθηκε ποτέ με κόκκινη κάρτα κι αν στον δυναμισμό του οφείλονταν κάποιες ελάχιστες κίτρινες ποτέ δεν τις αμφισβήτησε ή δυσφόρησε για αυτές. Τίμησε με ενθουσιασμό και συνέπεια την φανέλα τής Εθνικής ομάδας και τής χάρισε μερικά από τα πιό θεαματικά γκολ του. Είμαστε συνομήλικοι και είχα τη χαρά να τον συναντήσω στον στρατό, τον Μάϊο 1974 στο ΚΕΝ Κόρινθου και να ανταλλάξω λίγες κουβέντες μαζί του. Ήταν λιγόλογος και ντροπαλός, στους δε επαίνους μου κοκκίνιζε σαν παιδί. Γιά μένα, που υπήρξα Παναθηναϊκός από τα παιδικά μου χρόνια, ο Σταύρος Σαράφης τού ΠΑΟΚ υπήρξε ένας αθλητής-κόσμημα, υπόδειγμα και παράδειγμα για κάθε νέο αθλητή-ποδοσφαιριστή. Καλό Παράδεισο φίλτατε Σταύρο Σαράφη.

Με συγκίνηση, Γρηγόρης Κοσσυβάκης,

Δικηγόρος – Συγγραφέας και παλαιός βόλλεϋμπολίστας.

Loading

Ο ΜΑΡΚΟ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ (Ιστορία και Παράδοση)

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΝΙΚΗΦ. ΚΟΣΣΥΒΑΚΗΣ

Ο ΜΑΡΚΟ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ
(Ιστορία και Παράδοση)

ΑΘΗΝΑ 2023

Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η

Θεωρώ ευτυχία το γεγονός ότι, ενώ έχω ήδη υπερβεί την εβδόμη δεκαετία τής ζωής μου, η μνήμη μου είναι ακμαία και διατηρεί άριστα τις παιδικές και εφηβικές αναμνήσεις μου, μέχρι σήμερα.
Θυμάμαι λοιπόν, ότι από το έτος 1950, τά καλοκαίρια παραθέριζα με τούς γονείς μου -σχεδόν επί 3μηνο- στο χωριό καταγωγής τού πατέρα μου, την ορεινή Μεγαλόχαρη τού Νομού Αρτας.
Εκεί, παρά τίς δύσκολες μετεμφυλιακές συνθήκες, στο οικογενειακό μας περιβάλλον υπήρχε συγκατοίκηση με προσφιλείς ανιόντες και εγκάρδια σχέση με λοιπούς στενούς συγγενείς και συγχωριανούς, αλλά και με αξέχαστες παραστάσεις από την καθημερινή μας ζωή και την «ανέγγιχτη» -τότε- χλωρίδα και πανίδα τής περιοχής.
Επίσης θυμάμαι, ότι στην καθημερινότητά μας -εκτός από τά συνήθη θέματα συζητήσεων- περιλαμβάνονταν και συχνές αναφορές σε οικογενειακές ιστορικές μνήμες, είτε πρόσφατες, είτε προηγουμένων γενεών τών γονέων μου.
Αυτό οφείλονταν -κατ’ αρχήν- στο ότι, τόσο οι οικογένειές τους, όσο και οι ίδιοι οι γονείς μου, είχαν άμεση συμμετοχή και συμβολή σέ πολεμικά ή αντιστασιακά γεγονότα και δράσεις στα πολύ πρόσφατα χρόνια τού Β’ Παγκοσμίου πολέμου, όπως ήταν το πολεμικό έπος τού «ΟΧΙ» στα 1940-41, η ΓερμανοΙταλική Κατοχή και η Εθνική Αντίσταση στα 1942-44, αλλά και ο Εμφύλιος πόλεμος πού επακολούθησε, με επώδυνες και για τις οικογένειές μας συνέπειες.
(Σημειώνω ότι, ο πατέρας μου Νικηφόρος Γρηγ. Κοσσυβάκης, ήταν ήδη παρασημοφορημένος επ’ ανδραγαθία πολεμιστής και τραυματίας τού ΕλληνοΙταλικού πολέ-μου 1940-41, αλλά και εκ τών πρώτων Οπλαρχηγών στην Εθνική Αντίσταση κατά την Γερμανο-Ιταλική Κατοχή, στην ορεινή περιοχή τών Ραδοβυζίων και τού Βάλτου, κατ’ αρχήν με τόν ΕΔΕΣ και -εν συνεχεία- ως Καπετάνιος επιδρομικής ομάδος με τον ΕΛΑΣ.)
Αυτονόητα, ο απόηχος εκείνων τών χρονικά «νωπών» (ήδη όμως ιστο-ρικών) συμβάντων, αναπαράγονταν στις -ένθερμα φορτισμένες- συζητήσεις τών γονέων μου και τών οικείων προσώπων τού συγγενικού και φιλικού μας περιβάλλοντος.
Κυρίως -όμως- οι συζητήσεις εκείνες περιλάμβαναν συχνές αναφορές σε γεγονότα ανιόντων τού πατέρα μου, δηλαδή, τού παππού μου, τού προππάπου μου, καθώς και τού πατέρα, και τού παππού εκείνου!!!
Ανέτρεχαν δηλαδή, σε συμβάντα πέντε (5) γενεών προγόνων μου, τά οποία είχαν εξελιχθεί σε ταραγμένες εποχές, τ ό σ ο  π ρ ί ν  α π ό  τ η ν  μ ε γ ά λ η  ε π α ν ά σ τ α σ η  τ ο ύ  1821,  κ α θ’ ό λ η  τ η ν  δ ι ά ρ κ ε ι ά  τ η ς,  ό σ ο  κ α ι  μ ε τ ά  από αυτήν.
Και όλα αυτά διότι, η «φάρα» μας -τών Κοσσυβακαίων- είχε διαρκή και σημαίνουσα αγωνιστική συμβολή, σε κάθε πατριωτική-επαναστατική διεργασία στις ανυπότακτες περιοχές τής Ηπείρου και τής Δυτικής Ελλάδος, τις εποχές εκείνες, με τούς ανιόντες μου να είναι πάντοτε μπροστάρηδες σ’ όλα αυτά.
Από μικρό παιδί, λοιπόν, είχα την μεγάλη τύχη -κυρίως μέσω τής γοητευτικής αφηγηματικής ευχέρειας τού πατέρα μου- να εντρυφώ διαρκώς στα ιστορικά εκείνα πεπραγμένα, πού δεν ήσαν γενικά και «απόμακρα», εφ’ όσον εμπεριείχαν το συναισθηματικό στοιχείο τής οικογενειακής συμβολής μας, διανθισμένα με απίστευτες λεπτομέρειες, συγκλονιστικής πλοκής και τολμηρών δράσεων.
Εκείνη η συχνή -πατρική- αφήγηση ιστορικών συμβάντων, με τις … «αποκοτιές» τών «παππούδων» μου, όχι μόνο μέ έκαναν να λατρέψω -ήδη από μαθητής Δημοτικού σχολείου- το μάθημα τής Ιστορίας, αλλά -σύν τώ χρόνω- ν’ αποκτήσουν στην φαντασία μου και τήν διάσταση τής «προσωπικής συμμετοχής» μου!!!
Ιδιαιτέρως, οι -με έκδηλη υπερηφάνεια- λεπτομερέστατες περιγραφές τού μνήμονος πατέρα μου, στα εν λόγω ιστορικά γεγονότα και τους επί μέρους ήρωές τους, περιλάμβανε -μεταξύ άλλων σημαντικών- και μία υπόμνηση ανεκτίμητης αξίας και σημασίας για ‘μένα.
Υπόμνηση, πού συνετέλεσε καθοριστικά στην εδραίωση τής -υπερβατικής- αισθήσεώς μου ότι, ήμουν και εγώ μαζί τους, «εκεί και τότε»:
«Παιδί μου, να θυμάσαι ότι, οι πρόγονοί μας -μαζί και οι Αντωνακαίοι από την Βρεστενίτσα- ήσαν οι μόνοι Ραδοβυζινοί πού τόλμησαν να συ-μπαρασταθούν στους Μποτσαραίους στον Σέλτσο στα 1804, αλλά και διέσωσαν όσους ελάχιστους γλύτωσαν από την σφαγή εκεί, μαζί και τον ανεκτίμητο Μάρκο»!!!
«Χρόνια μετά, συμπολέμησαν σε μάχες τού ‘21, ενώ αργότερα συγγενέψαμε».
«Γιά τους αγώνες τους εκείνους και τους μετέπειτα, το προγονικό μας σπίτι, εδώ στο χωριό -πού τότε ονομάζονταν «Μπότση»- έχει καεί για την Πατρίδα, πέντε φορές, μέχρι σήμερα»!!!
Εκείνη η -φορτισμένη συγκινησιακά- πατρική υπόμνηση, υπήρξε η βασική αιτία τής ιδιαίτερης συναισθηματικής σύνδεσής μου με το έπος τού 1821 και τής -εκ μέρους μου- διαρκούς και «μανιώδους» αναγνώσεως, ποικίλων ιστορικών καταγραφών γι’ αυτό.
Διότι, στον ρομαντικό ψυχισμό μου ως εφήβου, είχε ήδη αναγορευτεί σε καθοδηγητικό ίνδαλμα και πρότυπό μου, μία -απίστευτης «οσιότητος»- μορφή τών επαναστατικών αγώνων για την Εθνική μας παλιγγενεσία, ένας ήρωας μοναδικής προσωπικότητος και αξίας.
Και ήταν εκείνος, ο ασύγκριτος σε παλληκαριά, αλλά και σε στρατηγι-κή διορατικότητα, ηγέτης τών αρειμάνιων Σουλιωτών, πού τον ονόμασαν «Αητό τού Σουλίου» και «Νεώτερο Λεωνίδα».
Εκείνος πού, με τις αλλεπάλληλες και απίστευτες νίκες τις οποίες καθώρισε η πολεμική ιδιοφυία του, στα πρώτα δύο χρόνια τής Επαναστάσεως τού 1821, εγκλώβισε στην Ηπειρο τις τεράστιες Σουλτανικές δυνάμεις πού -υπό τον εμπειροπόλεμο Χουρσίτ πασά- θα την «έπνιγαν» σε Δυτική Ελλάδα και Πελοπόννησο, πρίν προλάβει να στεριώσει.
Ηταν εκείνος πού, όχι μόνον οι κορυφαίοι συμπρωταγωνιστές του -όπως ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης και ο Ανδρούτσος- αλλά και οι ίδιοι οι αρχηγοί τών ασπόνδων εχθρών του, τών πολεμοχαρών «Τουρκαλβανών», υποκλίθηκαν στην μεγαλοσύνη και την σοφή κρίση του.
Εκείνος πού ξεχώριζε μεταξύ τών συναγωνιστών του για την εντιμότητα, την σεμνότητα τού χαρακτήρα, αλλά και την σπάνια ανιδιοτέλειά του.
Εκείνος πού, οι κορυφαίοι Ευρωπαίοι διανοούμενοι, συγγραφείς και ποιητές τού καιρού του, όπως ο Γάλλος Βίκτωρ Ουγκώ και ο Βρετανός Λόρδος Βύρων, τον ανέδειξαν σε οικουμενικό πρότυπο εναρέτου ήρωα.
Εκείνος πού, μόνος «καθαγιάστηκε» ονομαστικά στον «Υμνο γιά την Ελευθερία», από τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό.
Εκείνος πού, με τον ηρωϊκό θάνατό του, «πυροδότησε» τήν έκρηξη τού φιλελληνικού κινήματος και συνήγειρε τις Ευρωπαϊκές συνειδήσεις υπέρ τής Ελληνικής παλιγγενεσίας.
Εκείνος πού -στο άκαιρο «ξόδι» του- συμμετείχε θρηνώντας ολόκληρος ο Ελληνικός λαός, συναισθανόμενος το μέγεθος τής απώλειάς του.
Εκείνος πού, ο λαός μας τον ύμνησε σε τόσα δημοτικά τραγούδια, ό-σα δεν τραγουδήθηκαν για όλους μαζί, τούς λοιπούς ήρωες συναγωνιστές του.
Εκείνος ο αξεπέραστος, ο Μάρκο Μπότσαρης!!!
Ποιά τιμή, λοιπόν, και ποιά υπερηφάνεια γιά έναν νεοΕλληνα έφηβο, να γνωρίζει, ότι οι δικοί του πρόγονοι συμπολέμησαν μαζί του.
Ποιά αίσθηση, ότι το χνάρι του -η «ομπλή» του, πού μνημονεύει το δημοτικό μας τραγούδι- είχε αποτυπωθεί εκεί, στην αυλή τού πολυπυρπολημένου προγονικού μας σπιτιού, στην ορεινή «Μπότση».
Ποιός συγκλονισμός και ποιά συγκίνηση, ότι και ο ίδιος «είχα αίμα» από την γενιά του!!!
Ακράδαντα πιστεύω ότι, γι’ αυτούς τούς λόγους, από τα εφηβικά μου χρόνια, είχα την διαρκή αίσθηση ότι, «γονιδιακά» τον είχα γνωρίσει και ήμουν -από τότε- και εγώ μαζί του.
Και όχι μόνον, στην ανεκτίμητη για το Ελληνικό έθνος πολεμική εποποιία του, στα πρώτα χρόνια και συμβάντα τής μεγάλης Επαναστάσεως τού ‘21, μέχρι τον απροσδόκητο χαμό του στο Καρπενήσι, στις 9 Αυγούστου 1823, α λ λ ά κ α ι σ τ ι ς δ ι κ έ ς τ ο υ δ ρ α μ α τ ι κ έ ς ε φ η β ι κ έ ς η μ έ ρ ε ς, στο Μοναστήρι τού Σέλτσου τον Απρίλη τού 1804, πού τον σφράγισαν ανεξίτηλα.
Εκείνη η μοναδική αίσθηση τής «προσωπικής σχέσεως», είναι πού μού δίνει τώρα -έστω και δύο αιώνες μετά- την συγγραφική ευχέρεια, νά αφηγηθώ σε πρώτο ενικό πρόσωπο, τά τραγικά εκείνα γεγονότα.
Δηλαδή, ως νά αφηγείται ο ίδιος -ο τότε έφηβος- Μάρκο Μπότσαρης, τήν μακραίωνη Σουλιώτικη εποποιϊα και, εν συνεχεία, την επική πολιορκία τών Μποτσαραίων στο ορεινό Ραδοβύζι, τον τραγικό αποδεκατισμό τους, αλλά και την απίστευτη διαφυγή τών ελαχίστων επιζώντων από τον θανάσιμο κλοιό τών Τουρκαλβανών τού αιμοβόρου Αλή πασά.
Και είναι η ιδιαίτερη μνήμη μου, αλλά και η -εκ δικηγορικής εμπειρίας δεκαετιών- επαγωγική μου τεχνική, πού με βοηθά νά «αναπλάσω» -θεωρώ με πειστικότητα και ιστορική ακρίβεια- τά φοβερά εκείνα γεγονότα.
Εχοντας -επί πλέον- τηρήσει στο έπακρο και την θεμελιώδη υποχρέωση ενός υπεύθυνου ιστορικού συγγραφέα, να γνωρίζει «ιδίοις όμμασι» τούς τόπους όπου διαδραματίστηκαν τά ιστορούμενα, εφ’ όσον έχω επισκεφθεί κατ’ επανάληψη -στο απώτερο αλλά και στο πρόσφατο παρελθόν- εκείνα τά δυσπρόσιτα και αιματόβρεχτα τοπία, γύρω από το ιστορικό Μοναστήρι τού Σέλτσου.
Και μάλιστα, σε εποχές τής δεκαετίας τού ’70, πού δεν υπήρχε κάν αμαξιτός δρόμος για την οδική πρόσβαση εκεί, στα απόκρημνα μέρη, όπου συντελέστηκε -πρίν από δύο αιώνες- το μέγα δράμα τού αποδεκατισμού τών Μποτσαραίων και τών λοιπών Σουλιωτών.
Δηλαδή, όταν οι -πρός επακριβή επισκόπηση και εξιστόρηση- αιματόβρεχτοι τόποι, παρέμεναν «πετρωμένοι» σ’ εκείνες τις τραγικές ημέρες και ώρες τού Απριλίου 1804.

[ Υ.Γ. Είχα -μάλιστα- την ιδιαίτερη χαρά, συγκίνηση και τιμή, σε μία από τίς τελευταίες φορές τού προσκυνήματός μου εκεί (μαζί με την αγαπημένη κόρη μου Ναταλία), να ξεναγήσω έναν εκ τών κορυφαίων ιστορικών συγγραφέων τής νεώτερης Ελλάδος, τον προσφιλέστατό μου και πολυγραφότατο Σαράντο Καργάκο.
Έναν αληθινό ενσυνείδητο Ελληνα Λάκωνα, ο οποίος προσφάτως μάς άφησε χρόνους, έχοντας -όμως- προηγουμένως κληροδοτήσει στο Ελληνικό έθνος, μία εργώδη και υπερπολύτιμη ιστορική συγγραφική παρακαταθήκη.]

 

Το βιβλίο με τίτλο : «Ο Μάρκο Μπότσαρης αφηγείται…» θα διατίθεται:

  • – Από τον εκδοτικό οίκο «ΒΕΡΓΙΝΑ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Φειδίου αριθ. 14-16 (εντός της στοάς). Τηλ. 210-3833725

www.verbooks.gr


  • – Από τον εκδοτικό οίκο «ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Ιπποκράτους αρ. 44. Τηλ. 210-3611000.

www.menandros.gr

Για περισσότερες πληροφορίες από τον συγγραφέα:

Tηλέφωνα : 6944-314455 και (μόνο με μήνυμα viber) 6908-990644 και στο mail : kossyvakislaw@gmail.com

Loading

ΣΤΗ ΛΕΝΗ ΤΟΥ ΜΠΟΤΣΑΡΗ

ΣΤΗ ΛΕΝΗ ΤΟΥ ΜΠΟΤΣΑΡΗ
(Ανω Ραδοβύζι, Μονή Σέλτσου, 23η Απριλίου 1804)
Τού Γρηγόρη Νικηφ. Κοσσυβάκη
———————
Στά βράχια πού ροβόλησες
σάν ‘λάφι ισκιωμένο,
μέ τήν πλεξούδα σου λυτή,
τό μάτι αγριεμένο.
————————-
Ωραία σάν τήν άνοιξη
λουλούδι μυρωμένο,
κλαράκι βεργολυγερό,
και σπαθογεννημένο.
————————-
Το χνάρι σου αναζητώ,
στού «Ασπρου» τό γεφύρι
και τόν αχό τής μάχης σου,
μέ τ’ άτρομο τό χέρι.
————————-
Γιά σένα απροσκύνητη,
Σουλιώτισσα αντρειωμένη,
στήν Ηπειρο όλοι τραγουδούν
τού Μπότσαρη τήν Λένη.
————————-

Loading

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΝΙΚΗΦ. ΚΟΣΣΥΒΑΚΗ ΣΤΗΝ ΠΡΕΒΕΖΑ

————————————————————————————-

20 / 10 / 2021 – 21/ 10/ 2021

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ «ΠΡΕΒΕΖΑ 1821 – 2021 «ΙΣΤΟΡΙΑ – ΜΝΗΜΗ – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», στο πλαίσιο της επετείου της Απελευθέρωσης της Πρέβεζας, διοργανώνει στις 20 και 21 Οκτωβρίου 2021, μία σειρά εκδηλώσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται η υποδοχή και έκθεση κειμηλίων του Μάρκου Μπότσαρη, τελετή κατάθεσης στεφάνων στο Μνημείο της Νικόπολης και ομιλία του Δικηγόρου – Συγγραφέα Γρηγόρη Κοσσυβάκη με θέμα : «Πρέβεζα παρούσα στην Ιστορία – Από την Αρχαία Νικόπολη στην Απελευθέρωση».

                                           ————————————————————————————-

Loading

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ, «ΟΙ ΠΑΝΤΟΦΛΕΣ ΤΟΥ ΕΡΝΤΟΓΑΝ» ΚΑΙ Η ΤΖΑΒΕΛΑΙΝΑ…

Η πρόσφατη (και μάλιστα σέ έτος συμπληρώσεως 200 ετών από τήν εθνοπατριωτική Επανάσταση τού 1821…), υπό τής νύν Προέδρου τής Ελληνικής Δημοκρατίας, «προτροπή», περί αντιμετωπίσεως τού -όντως- μείζονος εθνικού δημογραφικού προβλήματος, διά τής αθρόας χορηγήσεως τής Ελληνικής υπηκοότητος σέ χιλιάδες από τούς λαθρομετανάστες πού έχουν κατακλύσει την Χώρα, θα πρέπει να μάς προβληματίσει ιδιαιτέρως.

Αλλά -πολλές φορές- τά σοβαρά ζητήματα, όπως είναι αυτό τού προτεινόμενου αφελληνισμού τού έθνους μας, είναι καλλίτερα να τά αντιμετωπίζουμε αφ’ ενός αναλύοντάς τα με όλα τά επί μέρους συνθετικά τους στοιχεία και αφ’ ετέρου μέ «χιούμορ», όπου θυμικώς αυτό επιτρέπεται…

Γνωρίζουμε λοιπόν κατ’ αρχήν ότι, οι εν λόγω λαθρομετανάστες προέρχονται κατά την συντριπτική πλειοψηφία τους από Ασιατικές χώρες όπως το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, η Συρία, το Ιράκ, αλλά και από την Νιγηρία, το Σουδάν και την λοιπή Αφρική.

Εν συνεχεία γνωρίζουμε ότι ελάχιστοι εξ αυτών μεταναστεύουν οικογενειακώς και -κατά ποσοστό τουλάχιστον 90% (ενενήντα τοίς εκατό), είναι νέοι άρρενες «αναπαραγωγικής» ηλικίας.

Παραλλήλως όμως, γνωρίζουμε ότι στην παμψηφία τους είναι Μωαμεθανικού θρησκεύματος και -όπως μάς πληροφορούν ανελλιπώς τά «λαλίστατα» ΜΜΕ- κατά το πλείστον εμφορούνται από Ισλαμικές φαντασιώσεις περί «παραδείσων με ουρί και πιλάφια», έχουν κατά συνήθεια βίαιες συμπεριφορές και έχουν ανδρωθεί με νοοτροπίες υποτιμήσεως και «νομίμων»βιαιοπραγιών σέ βάρος τών γυναικών, εφ’ όσον αυτά τούς υπαγορεύει η θρησκεία τους και τά «Μεσαιωνικών» αντιλήψεων απολυταρχικά καθεστώτα όπου γεννήθηκαν.

Με αυτά τά δεδομένα, πού προφανέστατα δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από κανέναν, έστω και εμφορούμενο από ιδεολογικές «παρωπίδες» περί «αδελφοσύνης των λαών» και με ανοηταίνουσες συνθηματολογίες τύπου «μετανάστες αδέλφια μας», θεωρούμε βασίμως ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι, εκ τών προτέρων, «λάβροι» και συνειδητοί εχθροί τών αλλοφύλων και αλλοθρήσκων τους Ελλήνων και Ελληνίδων.

Λαμβανομένων λοιπόν υπ’ όψιν όλων αυτών, άς εξετάσουμε και «ΤΙ» ακριβώς μάς συνιστά, άλλως μάς προτείνει η σεβαστή Ανωτάτη Αρχόντισσά μας;;;

O συγγράφων αντιλαμβάνεται ότι, μάς «προτρέπει» -κυριολεκτικά αστόχαστα- ν’ αποδεχθούμε τον συστηματικό …γαμικό «εμβολιασμό» τού έθνους τών Ελλήνων και  π ρ ω τ ί σ τ ω ς  τ ώ ν  Ε λ λ η ν ί δ ω ν (θυγατέρων, αδελφών, εγγονών μας) μέσω τών παραπάνω εξ Ασίας και εξ Αφρικής, «πολυφέρνων γαμπρών»!!!

Και μάλιστα μάς το προτείνει -παρ’ ότι «χρηματίσασα» κορυφαία δικαστικός λειτουργός η ίδια, πρίν εκλεγεί υπό τής Βουλής των Ελλήνων στο ανώτατο αξίωμα τής Χώρας- χωρίς κάν να προηγηθεί Συνταγματικό Δημοψήφισμα, εφ’ όσον το ζήτημα είναι και φλέγον και σοβαρότατο, ασφαλώς δε δικαιούμαστε οι ενήλικοι Ελληνες και οι Ελληνίδες να εκφράσουμε την θετική ή την αρνητική άποψή μας γι’ αυτό.

Εκτός εάν η σεβαστή μας Κα Πρόεδρος προσδοκά ότι, οι -τέως πλέον λαθρομετανάστες- μέλλοντες «γαμπροί» μας, λαμβάνοντες την αθρόως (και επωφελώς γιά πολλούς ημεδαπούς…) χορηγουμένη Ελληνική υπηκοότητά τους, θα …«μεταλλαχθούν» «αυτομάτως» και ασμένως σέ …απογόνους τού Ηρακλέους, τού Ιάσωνος, τού Θησέως, τού Αχιλλέως, τού Μιλτιάδου, τού Λεωνίδου, τού Πρωταγόρου, τού Σωκράτους, τού Πλάτωνος, τού Αριστοτέλους, τού Αρχιμήδους, τού Μεγάλου Αλεξάνδρου (εξ αυτού -είναι βέβαιον- ότι θα δηλωθούν ως απόγονοι, οι πλείστοι), αλλά και τού Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, τού Ρήγα Φεραίου, τού Καραϊσκάκη, τού Νικηταρά, τού Αθανασίου Διάκου (και άς ωρυόταν ο δυστυχής πρό τού μαρτυρίου του, ότι: «Γραικός γεννήθηκε»…) και τού -εκδαρέντος από τούς Τούρκους- Κρητός ηγέτου Ιωάννη Δασκαλογιάννη, ίσως δε και τού εκ Θεσσαλίας στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα, τού αρειμανίου Τουρκομάχου «Μαύρου Καβαλλάρη».

Οπότε, οι «μεταλλαχθέντες» (κατά τίς παγκοσμιοποιητικές ενοράσεις τής σεβαστής μας Ανωτάτης Αρχόντισσας) τέως λαθρομετανάστες «γαμπροί» μας, αποβαλλόντες ακαριαίως τήν «εξ απαλών ονύχων» διδαχθείσα ισλαμική παιδεία τους, περί τών -κατά συνήθειαν και κατά συρροήν- ληστειών, λεηλασιών, δολοφονιών, αρπαγών και βιασμών γυναικών, στις οποίες επιδίδονται οι πλείστοι εξ αυτών λίαν επιτυχώς, θα σπεύσουν να συστήσουν νέες «φιλειρηνικές» οικογένειες μετά τών -εν αφθονία (λόγω τού …περισσεύματος) προσφερομένων γιά «νύφες»- Ελληνίδων.

Υποθέτουμε όμως (και γιατί όχι;;;), ότι οι εν λόγω «γαμπροί μας», ευλόγως θα αξιώσουν από τίς Ελληνίδες συζύγους των και τήν αποδοχή τού δικού τους θρησκεύματος, ώστε οι νέες οικογένειες πού θα δημιουργηθούν να είναι ομόθρησκες, με όσα άλλα κωμικοτραγικά συνεπάγεται ο ούτω -πιθανότατος- εξισλαμισμός χιλιάδων Ελληνίδων και τών απογόνων τους.

Αλλά και όντες -πλέον- όλοι αυτοί οι επίζηλοι «γαμπροί» μας, μεθ’ ημών «έν έθνος», όλως «αυτομάτως» (το υποθέτετε;;;) θα είναι και έτοιμοι -οι ίδιοι και οι μιγάδες απόγονοί τους- να υπερασπισθούν μέχρις εσχάτων τά προγονικά μας εδάφη, τά οποία βιαίως και ασύδοτοι κατεπάτησαν και εκόπρισαν ατιμωρητί επί έτη, ομού μετά τών αρχαίων μνημείων μας και τά «κόκκαλα τών Ελλήνων τά ιερά», τά οποία είναι βέβαιον ότι τιμούν και σέβονται, εξ ίσου με τίς …παλαιές παντόφλες τού «πιστού συμμάχου μας» Ερντογάν!!!

Λοιπόν Κα Πρόεδρε, ειλικρινώς λυπούμαστε αλλά, εάν τέτοιες «πατριωτικές» προτάσεις, θα ήταν δυνατόν να τίς θέσετε υπ’ όψιν και ενώπιον τών παραπάνω -ενδεικτικώς αναφερομένων- ηρώων προπατόρων μας, Σάς αφήνουμε απλώς να φαντασθείτε τίς απαντήσεις των, τίς οποίες ασμένως θα λαμβάνατε…

Αντιθέτως, δεν προσδοκούμε ότι θα τολμούσατε κάν -στό απώτερο μέλλον- να τίς θέσετε ενώπιον …Πενταμελούς Επουρανίας Επιτροπής Ελληνίδων ηρωϊδων, αποτελουμένης λ.χ. από την …Τζαβέλαινα, την Λένη τού Μπότσαρη, την Λασκαρίνα-Μπουμπουλίνα, την Αρκαδιανή Διαμάντω, αλλά και την συντοπίτισσά Σας Θρακιώτισσα καπετάνισσα Δόμνα Βισβίτζη…

Μεθ’ υπολήψεως λόγω τού αξιώματός Σας, αλλά όχι πλέον και εκτιμήσεως.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΝΙΚΗΦ. ΚΟΣΣΥΒΑΚΗΣ

Δικηγόρος – Συγγραφέας

Loading

 «ΣΑΠΙΟΚΟΙΛΙΕΣ ΚΑΙ ΣΚΥΒΑΛΑ»…

Γρηγόρη Νικηφ. Κοσσυβάκη

Δικηγόρου Αθηνών – Ιστορικού Συγγραφέως


Μετά τις εξαιρετικά οργανωμένες εκδηλώσεις, τις -υψηλής συμβολικότητος- παρουσίες και τά διθυραμβικά επαινετικά μηνύματα τών ηγετών τών πλέον σημαντικών ξένων Κρατών, γνωρίζουμε πλέον όλοι οι Ελληνες και όλες οι Ελληνίδες, ότι εφέτος, όντως συμπληρώθηκαν διακόσια (200) χρόνια από την Επανάσταση τού 1821.
Όταν, δηλαδή, το Ελληνικό Εθνος, οργανωτικά προετοιμασμένο από την «Φιλική Εταιρεία», αλλά και πνευματικά, ιδεολογικά και ιστορικά εφοδιασμένο από τούς πρωτοπόρους ταγούς του -τον μάρτυρα βάρδο Ρήγα Φεραίο και τον σοφό διδάσκαλο Αδαμάντιο Κοραή, αλλά και τον -ανεξιχνίαστης μέχρι σήμερα ταυτότητος «Ανώνυμο τον Ελληνα», ρηξικέλευθο προεπαναστατικό συμπατριώτη μας συγγραφέα- επαναστάτησε γιά πολλοστή φορά, διεκδικώντας την Ελευθερία του από τον αφόρητο ζυγό τών Οθωμανών Τούρκων, πού είχε ήδη διάρκεια τεσσάρων (4) μαρτυρικών αιώνων.
Στον διάρκεια τού πολυαίμακτου εκείνου αγώνα, πού διήρκεσε μέχρι το έτος 1827 και επισφραγίστηκε με την δημιουργία τού πρώτου ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους, με πρώτο Κυβερνήτη του τον σπουδαίο Ιωάννη Καποδίστρια, αναδείχθηκαν σέ πρωταγωνιστικούς ήρωες, γιά τίς εξαιρετικές ικανότητές τους, την ιδιαίτερη προσωπικότητά τους, αλλά και τις θυσίες τους, αγωνιστές ονομαστοί και θαυμαστοί.
Γι’ αυτούς και τά κατορθώματά τους, καμαρώνει η παμψηφία τών σύγχρονων Ελλήνων και Ελληνίδων, η δε ιστορική μνημόνευσή τους αποτελεί μία διαρκή επιβεβαίωση εθνικής αυτογνωσίας και ένα πειστικό κάλεσμα καθήκοντος γιά όλες και όλους μας.
Γιά όλους και γιά όλες;;; Δυστυχώς όχι, βεβαίως…
Διότι το μοναδικής αξιακής ιδιαιτερότητος Ελληνικό έθνος, το έθνος πολιτισμικός τροφοδότης τής Παγκοσμίου κοινότητος, το θαυμαζόμενο -όπως απεδείχθη αναντίρρητα μόλις πρό ημερών- απ’ όλα τά έθνη τής Υφηλίου, πού ευγνωμόνως παραδέχονται τά γνωσσικά, πνευματικά, επιστημονικά, καλλιτεχνικά, αθλητικά, εικαστικά -και παντοειδή άλλα- οφέλη, πού διαχρονικώς αφειδώλευτα και -βεβαίως- α τ ό κ ω ς (όχι σαν κάποια άλλα «uhber alles» τοκοβόρα και τοκοφάγα έθνη…), αυτό τους προσέφερε, ατυχώς πάσχει και δή ανιάτως…
Πάσχει δε, εφ’ όσον, πέραν τών χιλιάδων (αληθώς χιλιάδων…) ηρώων, διανοουμένων, φιλοσόφων, αστρονόμων, ωκεανοπλόων, τραγωδών, εφευρετών, ιατρών, ολυμπιονικών, ποιητών, μαθηματικών, γεωγράφων, αρχιτεκτόνων, γλυπτών, στρατηγών, ιστορικών και λοιπών αρίστων «ογκολίθων» τού πνεύματος, τής διανοίας, τού σθένους και τής ψυχικής και σωματικής αλκής, παραλλήλως και διαχρονικώς κατατρύχεται και υπό «μυστηριώδους» ασθενείας, η οποία προσέβαλε και συνεχίζει να προσβάλει «μερίδα» συμπατριωτών μας…
Και έχει αυτή η -προφανώς λοιμώδης- ασθένεια, «χαρακτηριστικά» τά οποία -πέραν πάσης λογικής- αντιστρατεύονται «μετωπικά» τά ως άνω παγκοσμίως αναγνωριζόμενα ως θαυμαστά, επαινετά και υμνούμενα αγαθά έργα τών προ-γόνων μας, οπότε:
O μέν επεξηγηματικός χαρακτηρισμός τους, ήταν και πρέπει να είναι αντικείμενοn, αφ’ ενός ιατρικής έρευνας και, αφ’ ετέρου -λόγω τών αντεθνικών συνεπειών πού και στο παρελθόν προκάλεσε, αλλά και νύν επικινδύνως διακυβεύει ύψιστα εθνικά αγαθά- χρήζει και αμέσου και ριζικής αντιμετωπίσεώς της, αφού πρωτίστως καταδειχθεί με σαφείς χαρακτηρισμούς η αντιπατριωτική τοξικότητα τών εκφραστών αυτής.
Διότι, πώς να χαρακτηρίσει ο αντικειμενικός ιστορικός τον …Εφιάλτη πού απεκάλυψε στους Πέρσες το κρυφό μονοπάτι τής «Ανωπαίας» και τους οδήγησε στα νώτα των ηρωϊκώς μαχομένων υπέρ Πατρίδος, Σπαρτιατών και Θεσπιέων, καταδικάζοντάς τους σε βέβαιο θάνατο;;;
Πώς να χαρακτηρίσει ο αντικειμενικός κριτής, εκείνους τους Βυζαντινούς πού άφησαν ανοιχτή την «Κερκόπορτα», αλλά και τους -δήθεν θεοσεβούμενους- προβοκάτορες, πού έψελναν μέσα στην Αγιά Σοφιά, δήθεν ότι: «είναι θέλημα θεού, η Πόλη να Τουρκέψει»!!!…
Επιτρέποντας στον -έτοιμο να εγκαταλείψει την πολιορκία- Οθωμανό Σουλτάνο να την καταλάβει ανέλπιστα, αλλά και οδηγώντας -ως πρόβατα επί σφαγή- το Ελληνικό έθνος, σε σκλαβιά 400 ετών.
Πώς να χαρακτηρίσει ο αντικειμενικός ιστορικός, εκείνους τους μίσθαρνους συνεργάτες τών Γερμανών, οι οποίοι φορώντας μαύρες κουκούλες, κατέδιδαν χωρίς τύψεις τους πατριώτες, στην διάρκεια τής Κατοχής, γνωρίζοντας ότι τους περίμεναν τά μαρτύρια, η κρεμάλα ή το εκτελεστικό απόσπασμα, είτε εκείνους οι οποίοι, ενσυνείδητα οδήγησαν τον Ελληνικό λαό στη διχόνοια και στην ένοπλη αλληλοσφαγή, χάριν τής «ιδεολογικής» τους τυφλότητος…
Παρ’ όλο τον αστείρευτο πλούτο της, η Μάνα γλώσσα όλων τών γλωσσών τής Γής, η Ελληνική μας γλώσσα, «στερεύει» εμπρός στο απύθμενο έγκλημα τών εν λόγω -ενδεικτικώς υπενθυμιζόμενων- εγκληματιών «συμπατριωτών» μας και δικαίως η περιεκτική τής πλήρους νοήματος απαξίας και ύβρεως ιδιότητα πού τους απονεμήθηκε ιστορικώς, ήταν αυτή τού προδότη ή τών προδοτών.
Όμως, αρκεί μόνον η εν λόγω -κοσμίως- απαξιωτική «ρετσινιά»;;;
Καθ’ όσον αφορά τον γράφοντα, η απάντηση είναι -κατηγορηματικώς- όχι !!!
Δεν ικανοποιείται το περί δικαίου κοινό αίσθημα, τών πατριωτών και μάλιστα εκείνων οι οποίοι ενδεχομένως (ο γράφων μεταξύ αυτών) έχουν υποστεί προ-σωπικώς, οικογενειακώς ή προγονικώς, τά αιματηρά και καταστροφικά επίχειρα τών δολίων ενεργειών και παραλείψεων τών εν λόγω προδοτών τού παρελθόντος.
Αλλά βεβαίως και νύν, βλέποντας, ακούγοντας, διαβάζοντας και αντιλαμβανόμενοι ότι, εκείνοι οι προδότες δυστυχώς «σπόριασαν», δηλαδή άφησαν «αντάξιους» απογόνους, οπότε η ιστορική προδοσία εμφανώς «δείχνει» να επαναλαμβάνεται, με απροσμέτρητες καταστροφικές συνέπειες γιά το Εθνος μας, δικαίως -όπως ο γράφων- προβληματίζονται, ανησυχούν και ευλόγως αγανακτούν.
Και, βεβαίως, επειδή το Κράτος έχει σύνταγμα, νόμους και δικαιοσύνη, δεν δια-νοούμαστε όλοι εμείς να αυτοδικήσουμε (παρ’ ότι το κοχλάζον θυμικό μας δυσχερώς συγκρατείται…), μάς απομένει -εν αναμονή τών νομίμων δράσεων τής Πολιτείας- τουλάχιστον η δημόσια κατάδειξη τών προδοτικών πράξεων εκείνων πού ευθύνονται γι’ αυτές, αλλά και η επιλογή τού οφειλομένου -έστω και μη κοσμίου- ανεξίτηλου χαρακτηρισμού πού πρέπει να τους αποδοθεί, να τούς στιγματίσει και να τους ακολουθεί εσαεί.
Η Επανάσταση τού 1821 και οι ήρωες πρωταγωνιστές της, μάς καθοδηγούν και και σ’ αυτή την δυσχερή επιλογή ευλόγου, δικαίου και «καταπελτικού» χαρακτηρισμού τών εν λόγω σύγχρονων προδοτών…
Δύο από τους πλέον προβεβλημένους -και δικαίως- ήρωές μας, ο και αρχιστράτηγος Γιώργης Καραϊσκάκης και ο ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης, προφανώς έχοντας αντιμετωπίσει τον ίδιο προβληματισμό, είχαν επιλέξει και από έναν απίστευτα ιδιώνυμο χαρακτηρισμό γιά όλους εκείνους πού οι συμπεριφορές και οι παραλείψεις τους δεν «καλύπτονταν» από τον απλό χαρακτηρισμό τού «προ-δότη»…
Και ο μέν Ανδρέας Μιαούλης αποκαλούσε το «είδος» αυτό τών συγχρόνων του, με την ονομασία «σ κ ύ β α λ α», δηλαδή «σκουπίδια», αλλά σκουπίδια όζουσας και αποσυνθετικής καταστάσεως. (…)
Ο δε πασίγνωστος γιά την αθυροστομία του, αλλά και πολυπαθών από τέτοιους -βρώμιας ψυχής- συγχρόνους του, Γιώργης Καραϊσκάκης, είχε χρησιμοποιήσει «κατά κόρον», έναν ακόμη πιό αιχμηρό -έως θανατηφόρο- χαρακτηρισμό, αποκαλώντας τους -συλλήβδην- «σ α π ι ο κ ο ι λ ι έ ς»!!!
Μάλιστα, κατά μία ιστορική πληροφορία, τον ίδιο -ισοπεδωτικό- χαρακτηρισμό «σαπιοκοιλιές», είχε προσάψει περιφρονητικά και ο ήρωας-μάρτυς Οδυσσέας Ανδρούτσος, σε εκείνους τους ανεκδιήγητους πρώην συναγωνιστές του, αλλά μετ’ ολίγον και βασανιστές, και άνανδρους δολοφόνους του (…)
Ομως ναί, όταν στις ημέρες μας, διαβάζουμε και ακούμε συγχρόνους μας πολιτικούς, δημοσιογράφους, «σιτιζομένους» αρθρογραφούντες, «κηφηνοειδείς» συνδικαλιστές, κομματικούς ή άναρχους νεολαίους, αλλά και λοιπών «ποικίλων» πολύχρωμων ιδιοτήτων «συμπατριώτες» μας, οι οποίοι:
Aμφισβητούν την ηθική αξία τής εθνικής μας παλιγγενεσίας τού 1821, υποτιμώντας, λοιδωρώντας και απαξιώνοντας τους πρωταγωνιστές της και πολύτιμους ήρωές μας, αλλά και κάθε άλλης εποχής, ενδόξους προγόνους μας.
Περιφρονούν και προσβάλουν την Ελληνική σημαία και τους πατριωτικούς συμβολισμούς της, ενώ αδίστακτα καταστρέφουν ή βρωμίζουν, ανεκτίμητα καλλιτεχνήματα, αρχιτεκτονήματα και λοιπά πολιτισμικά μνημεία μας.
Μεμψιμοιρούν γιά τις παρελάσεις και λοιπές πατριωτικές εκδηλώσεις τής άλκιμης -στρατευμένης και σπουδάζουσας- νεολαίας μας.
«Ξυνίζουν τά μούτρα τους» στην κάθε συγγραφική, αρθρογραφική, εορταστική, καλλιτεχνική κ.λπ. αναφορά εθνικής ιστορικής αναδρομής.
Είναι «από χέρι» ενάντιοι σέ κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού τών ενόπλων δυνάμεων τής Χώρας και τής ουσιαστικής στελεχώσεως αυτών.
Συνιστούν -άσκεφτα ή και αργυρώνητα- «συνομιλίες», «ειρηνικές διαπραγματεύσεις», «συνδιαχειρήσεις τού Αιγαίου πελάγους» και «να τά βρούμε»…, με τούς άσπονδους, αδιόρθωτους, δόλιους και διαχρονικά βαρβάρους εχθρούς τού Ελληνικού Εθνους.
Ναί, σε όλες και όλους αυτούς, απευθυνόμαστε αυστηρά και τους λέμε ότι, δεν είναι μόνον -συνειδητοί ή ασυνείδητοι- προδότες τής Πατρίδος, αλλά είναι και -κατά τον Μιαούλη, τον Καραϊσκάκη και τον Ανδρούτσο- «σκύβαλα» και «σαπιοκοιλιές», άξιοι μόνον γιά λοιμώδεις εμπτυσμούς…

Αθήνα, 31η Μαρτίου 2021
Γρηγόρης Νικηφ. Κοσσυβάκης

 

Loading