O Νικηφόρος Κοσσυβάκης γεννήθηκε τό έτος 1917 και έζησε μέχρι τήν εφηβεία του στό χωριό Μεγαλόχαρη τής ορεινής Αρτας. Υπήρξε γόνος τής ιστορικής οικογένειας τών Κοσσυβακαίων πού είχαν έντονη πρωταγωνιστική πολεμική δράση σε όλους τούς απελευθερωτικούς αγώνες τής Ηπείρου ακόμη και πρίν από τό 1821.

Ο Νικηφόρος Κοσσυβάκης σπούδασε Γεωπόνος στην Γεωργική Σχολή Κόνιτσας και -εν συνεχεία τό έτος 1938- κατετάγη στόν Ελληνικό Στρατό. Στήν διάρκεια τής θητείας του υπηρέτησε ως λοχίας στήν ευζωνική φρουρά αλλά και αναδείχθηκε πανελληνιονίκης στούς αγώνες στρατιωτικού πεντάθλου, κατακτώντας τό χρυσό μετάλλιο.

Με τήν κήρυξη τού Ελληνοϊταλικού πολέμου 1940-1941, η στρατιωτική μονάδα του μεταφέρθηκε διά θαλάσσης στόν Βόλο και από εκεί μέ σύντονες βάδην πορείες μέσω Τρικάλων – Γρεβενών – Καστοριάς και υπό συνεχείς αεροπορικούς βομβαρδισμούς, έφθασε στίς αρχές Νοεμβρίου 1940 στήν πρώτη γραμμή τού μετώπου, όπου και ενεπλάκη αμέσως σέ μάχες μέ τούς Ιταλούς εισβολείς.

Εκτοτε, μαχόμενη και προωθούμενη συνεχώς, τόν Φεβρουάριο 1941 κατείχε θέσεις στόν τομέα τής Κορυτσάς, στήν Βόρειο Ηπειρο. Εκεί, σε αντεπίθεση τών Ιταλών και πολύνεκρη μάχη στό όρος “Τομόρι”, ο Νικηφόρος Κοσσυβάκης, ως επικεφαλής διμοιρίας πολυβόλων, τραυματίστηκε επικίνδυνα από θραύσματα όλμου αλλά συνέχισε μαχόμενος επί ώρες -άν και αιμόφυρτος- μέχρι τής υποχωρήσεως τών εχθρών.

Γιά τήν δράση του στήν μάχη αυτή και τήν εν γένει πολεμική προσφορά του, προήχθη επ’ ανδραγαθία στό πεδίο τής μάχης και έλαβε τό μετάλλιο εξαιρέτων πράξεων.

Κατά τήν διάρκεια τής Γερμανοϊταλικής Κατοχής στήν Ηπειρο, η οικογένεια τών Κοσσυβακαίων, μέ επικεφαλής τόν πατέρα τού Νικηφόρου, Γρηγόρη Σωτ. Κοσσυβάκη, διεδρα-μάτισε σημαίνοντα ρόλο στήν συγκρότηση τού στρατιωτικού ΕΔΕΣ, ο δέ Νικηφόρος υπήρξε ο πρώτος οπλαρχηγός του πού έδωσε επιτυχή μάχη με τούς Ιταλούς επιδρομείς στην ορεινή Αρτα αλλά είχε και εν συνεχεία έντονη ανταρτική δράση, στήν περίοδο 1942-43.

Κατά τίς εμφύλιες διενέξεις τού 1944, ο Νικηφόρος Κοσσυβάκης εντάχθηκε στόν στρατιωτικό ΕΛΑΣ όπου συγκρότησε και εκπαίδευσε επιδρομική ομάδα, ως αρχηγός τής οποίας έδωσε αιματηρές μάχες κατά τών Γερμανών στήν περιοχή τού Μακρυνόρους Βάλτου.

Γιά τίς απώλειες τών Γερμανών από τήν δράση τής συγκεκριμένης “ομάδας αυτοκτονίας” τού Νικηφόρου, εκδόθηκε ειδική αναφορά τής Γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης.

Στήν συνέχεια τών δραματικών γεγονότων τής εμφύλιας συρράξεως και τής επαίσχυντης δολοφονίας τού πατέρα του (από παρακρατικούς “μπράβους” τού Ν.Ζέρβα…) την 10.04.1947, ο Νικηφόρος υποχρεώθηκε καταδιωκόμενος να επιβιώσει επί διετία στήν οροσειρά Βάλτου, παραμένοντας ένοπλος και ασύλληπτος.

Μεταπολεμικώς και εν έτει 2001, ο Νικηφόρος Κοσσυβάκης, έχοντας τήν σπάνια πρόνοια να κρατά καθημερινό ημερολόγιο συμβάντων, κατέγραψε με ιδιαίτερη ενάργεια τήν ως άνω δράση του στό βιβλίο του “Η ΤΡΙΤΗ ΑΛΗΘΕΙΑ” (Εκδόσεις “Αγκυρα”), κληρονομώντας μας μία -μοναδικής διδακτικής αξίας- παρακαταθήκη ανιδιοτελούς πατριωτικής και αγωνιστικής προσφοράς.

Τόν ευχαριστούμε και τόν ευγνωμονούμε!!!

Καλή αντάμωση Πατέρα μου…

Αθήνα, 4η Μαϊου 2015

Γρηγόρης Νικηφ. Κοσσυβάκης

Loading