(ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΟ ΕΚΔΟΣΗ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΟΣΣΥΒΑΚΗ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΕΣ»)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’. Από την Αίθρα την Τροιζηνία μέχρι την Υπατία την Αλεξανδρινή.
(Όμως) Δ έ ν θ ά π ε ρ ι ο ρ ι σ τ ο ύ μ ε μ ό ν ο ν στούς κορυφαίους αρχαίους Έλληνες διανοητές οι οποίοι καθόρισαν διαχρονικά -μέ τόν βίο και τά έργα τους- τήν πολιτισμική πορεία τής ανθρωπότητος.
Εχουμε υποχρέωση ν’ αναφερθούμε και στίς «καταγεγραμμένες» αρχαίες Ελληνίδες προγόνισσές μας, οι οποίες διακρίθηκαν σέ όλους τούς τομείς τών επιστημών, τών τεχνών και τής φιλοσοφίας, προβάλλοντας ένα αξεπέραστο πρότυπο διανοούμενης γυναίκας πού δέν είχε εμφανισθεί ποτέ στήν οικουμένη αλλά και μέχρι σήμερα «αναζητείται»…
(Τό τονίζουμε αυτό διότι, μεταγενέστερες δογματικές σκοπιμότητες παράλληλα μέ τίς δόλιες καταστροφές τών αποδεικτικών στοιχείων, οδήγησαν σέ εσφαλμένες -έως και ανόητες- απόψεις-παραδοχές, δήθεν περί αρχαίων Ελληνίδων γυναικών τού «γυναικωνίτη» και τής αμαθείας, ακριβώς διότι -όπως προαναφέραμε- έτσι βίωναν και διαβίωναν κατά κανόνα οι γυναίκες σέ όλους τούς άλλους αρχαίους λαούς και «δέν έπρεπε» ν’ αποδεικνύονται «διαφορετικές» οι Ελληνίδες προγόνισσές μας αλλά και ο Ελληνισμός πρωτοπόρος ακόμη και στό ζήτημα τής χειραφετήσεως τών γυναικών…)
Θά αναφερθούμε λοιπόν (εκτός από τήν πρωτοπόρο (;;;) Αίθρα τήν Τροιζηνία και τήν «εσχάτη» Υπατία τήν Αλεξανδρινή), σέ πληθώρα γυναικών φιλοσόφων, μαθηματικών και αστρονόμων όπως η Θεμιστόκλεια ή Θεόκλεια η Δελφίς (Iέρεια τών Δελφών και διδάσκαλος τών «Δελφικών Ηθικών Αρχών», μέ πλέον διακεκριμένο μαθητή της τόν μεγάλο μύστη Πυθαγόρα!!!), Θεανώ και Δαμώ οι Κροτωνίες (αντιστοίχως σύντροφος και κόρη τού Πυθαγόρα), Αριγνώτη η Σαμία, Περικτιόνη η Αθηναία (μητέρα τού μεγάλου Πλάτωνος), Αγλαονίκη η Θεσσαλή, Πολυγνώτη η Μιλησία (σύντροφος και μαθήτρια τού Θαλή), Φίντυς ή Φίλτυς η Κροτωνία, Αβροτέλεια και Πεισιρρόδη οι Ταραντίνες, Βιτάλη η Κροτωνία (εγγονή τού Πυθαγόρα και κόρη τής Δαμούς), Διοτίμα η Μαντίνεια, Αξιοθέα και Εχεκράτεια οι Φλoιάσιες αλλά και Νικαρέτη η Μεγαρίς (κόρη τού περίφημου φιλοσόφου-μαθηματικού Στιλπωνος τού Μεγαρέως).
Και ακόμη: Αρήτη η Κυρηναία, Τιμύχα η Κροτωνία, Πάνδροσος η Αλεξανδρίς, Κρατησίκλεια, Χειλωνίς, Νισθεάδουσα και Κλεαίχμα οι Λάκαινες, Λασθένεια η Αρκάς, Τυρσηνίς η Συβαρίτις, Οκκελώ και Εκκελώ (αδελφές) οι Λευκάνειες, Βοιώ και Βαβέλυκα οι Αργείες, Πτολεμαϊς η Kυρηναία, Μυία η Κροτωνία (σύζυγος τού φημισμένου πολυΟλυμπιονίκη Μίλωνος τού Κροτωνιάτη).
Και ακόμη: Σωσιπάτρα και Ασκληπιγένεια οι Αθηναίες, Νικοβούλη η Aλεξανδρινή, Ιππαρχία η Μαρωνίτισσα, Μυλλία η Κροτωνία, Ελορίς η Σαμία, Πυθαϊδα από τήν Αττική (πατέρας της ο σπουδαίος μαθηματικός Ζηνόδωρος ο Παιανιεύς), Μενεξένη, Αργεία, Θέογνις, Αρτεμισία, Παντάκλεια (όλες θυγατέρες τού Διοδώρου τού Μεγαρέως, ιδρυτού τής Μεγαρικής Φιλοσοφικής Σχολής) αλλά και Εύμητις η Ρόδια ή η «Λίνδια» (θυγατέρα τού Κλεόβουλου τού Ρόδιου, εκ τών ονομαστών αρχαίων «επτά σοφών»).
Περαιτέρω, δ έ ν θά βρεθούν ε κ τ ό ς τών αρχαίων Ελληνίδων, διακεκριμένες ποιήτριες-μουσικοί, όπως οι «μυθιστορικές» Πιερίδες Νύμφες (Ακαλανθίς, Κολυμβάς, Κεγχρίς, Ιυγξ, Νήσσα, Δρακωντίς, Πιπώ, Χλωρίς και Κίσσα) αλλά και οι υπέρτερές τους (μετά από μουσικό διαγωνισμό!!!) «Ελικωνιάδες» Μούσες (Κλειώ, Ευτέρπη, Θάλεια, Μελπομένη, Πολύμνια, Καλλιόπη, Ερατώ, Ουρανία, Τερψιχόρη).
Και ακόμη εκείνες τών «Αρχαϊκών» χρόνων, όπως η φημισμένη Σαπφώ η Λέσβια αλλά και οι γνωστές μαθήτριές της: Αναγόρα και Ανακτορία οι Μιλήσιες, Γογγύλα η Κολοφώνια, Ευνείκα η Σαλαμινία, Δαμοφύλη η Παμφυλίς και Κυδνώ η Μυτιληναία.
Επίσης οι ονομαστές και βραβευμένες σέ μουσικούς και ποιητικούς αγώνες όπως: Τελέσιλλα η Αργεία (ηγέτις και εμψυχώτρια τών συμπολιτών της σέ αιφνίδια εκστρατεία τών Σπαρτιατών κατά τού Αργους), Αριστονίκα και Ηροφίλη οι Δελφείες, Μύρτις η Ανθηδονία, Κόριννα η Ταναγραία, Ανύτη η Τεγεάτις, Πράξιλλα η Σικυωνία, Γοργώ η Λέσβια, Θεανώ η Λοκρίς, Ηριννα η Τηλία (πού απεβίωσε μόλις σέ ηλικία 19 ετών), Κλειταγόρα η Θεσσαλή, Αναξώ η Μυτιληναία (κόρη τού μεγάλου Λέσβιου ποιητή Αλκαίου), Βοιώ η Δελφίς, Ευξίππη, Ηδύλη και Μοσχίς οι Σάμιες, Μυρώ η Βυζαντία, Φιλαινίς η Λευκαδία, Λεόντιον η Κολοφώνια, Αριστοδάμα η Σμυρναία, Μοσχίνη και Ηδύλη οι Αττικές, Αριστομάχη από τίς Ερυθρές τής Μικράς Ασίας, Νοσσίδα από τούς Επιζεφυρίους Λοκρούς και άλλες πολλές.
Αλλά και κανένα αρχαίο έθνος δέν μπορεί νά επικαλεσθεί και νά προβάλλει τήν ύπαρξη γυναικών Ιατρών, όπως οι «μυθιστορικές» Ιωνιάδες νύμφες, Ιαση, Καλλιφάεια, Πηγαία και Συνάλλαση (οι οποίες είχαν τό «ιερό» τους στίς πηγές τού ποταμού Κυθήρου στήν Ηλεία και φημίζονταν γιά τήν παροχή ιατρικής θεραπείας από κάθε αρρώστεια και από κάθε είδους πόνους – Παυσ. 6/22.7, Στραβ. 8/3.32), η επίσης «μυθιστορική» Ωκυρρόη (θυγατέρα τού «Κενταύρου» Χείρωνος) αλλά και οι φημισμένες κόρες τού Ασκληπιού («Θεού» τής Ιατρικής), Ακεσώ, Αίγλη, Υγεία, Ιασώ και Πανάκεια.
Και άν εκείνες ήσαν …«μυθιστορικές», ωστόσο υπήρξαν και κατεγράφησαν διάσημες Ελληνίδες ιατροί-θεράπουσες όπως: Αγνοδίκη η Αθηναία, Φαιναρέτη και Δεινομάχη οι Κώες (μητέρα και κόρη αντιστοίχως τού μεγάλου ιατρού Ιπποκράτη), Φαιναρέτη η Αθηναία (μητέρα τού κορυφαίου φιλοσόφου Σωκράτους), Θεοδωρίς η Λήμνια, Φιλίστα η Ηλεία, Σάλπη η Λέσβια, Ολυμπιάς η Θηβαία, Μυρώ η Ρόδια, Στραβωνία η Φωκαϊς, Φιλονίλα και Ζήναϊς από τήν Ταρσό τής Κιλικίας.
Ακόμη δέ: η Θεοδοσία, η Μητροδώρα, η Κλεοπάτρα, η Ασπασία, η Παμφύλη, η Βερενίκη, οι αδελφές Ερμιόνη και Ευτυχία αλλά και άλλες προικισμένες και ονομαστές θεράπουσες, καταγόμενες από τά άκρα τού ευρύτερου αρχαίου Ελλαδικού χώρου, όπου λειτουργούσαν τά 320 (!!!) «Ιατρικά-Θεραπευτικά Κέντρα» τού Ελλαδικού κόσμου, τά περίφημα «Ασκληπιεία», σπουδαιότερα τών οποίων υπήρξαν εκείνα τής Κώ, τής Επιδαύρου, τής Εφέσου, τής Κνίδου, τής Αλεξανδρείας, τής Τρίκκης, τών Αθηνών, τής Κυλλήνης, τής Ρόδου, τής Δήλου, τής Μήλου, τής Τιτάνης στήν Σικυωνία κ.ά.
Επίσης έχουν διασωθεί ονόματα σπουδαίων εικαστικών δημιουργών (ζωγράφων) όπως: Αναξάνδρα η Σικυωνία, Τιμαρέτη η Αθηναία (κόρη τού διάσημου ζωγράφου Μίκωνος), Ιαία και Λάλα οι Κυζικινές αλλά και Αρισταρέτη (κόρη τού φημισμένου ζωγράφου Νεάρχου), Ειρήνη (κόρη τού ονομαστού ζωγράφου Κρατίνου), Ελένη (κόρη τού σπουδαίου ζωγράφου Τίμωνος), Αλεξάνδρα (κόρη τού επίσης γνωστού ζωγράφου Νεάλκους) αλλά και η Καλυψώ, η Ολυμπιάς, η Αλκισθένη κ.ά.
Υπήρξαν όμως και διακριθείσες Ελληνίδες συγγραφείς, όπως: Αγαλλίς και Αναγαλλίς οι Κερκυραίες, Δημώ και Γνάθαινα οι Αθηναίες, Εστιαία και Νικοβούλη οι Αλεξανδρινές, Γαλήνη η Σμυρναία, Θεανώ η Θουρία, Παμφίλη η Επιδαυρία και Τιμοξένα η Χαιρωνία (σύζυγος τού φιλοσόφου-ιστορικού Πλουτάρχου).
Θεωρούμε -ωστόσο- ότι, τό στοιχείο πού προβάλλει ανάγλυφα, τόσο τήν μοναδική πολιτισμική κοσμογονία πού επιτελέσθηκε κατά τήν μακραίωνη ιστορία τού αρχαίου Ελληνισμού όσο και τήν -κατ’ αυτήν συντελεσθείσα- χειραφέτηση τών αρχαίων Ελληνίδων, είναι οι αθλούμενες γυναίκες του, μεταξύ τών οποίων κ α ι Ολυμπιονίκες!!!
Τά σωζόμενα στοιχεία είναι ελάχιστα αλλά «βοούν» και τά παραθέτουμε εφ’ όσον -ευτυχώς- έχουν διασωθεί ονόματα φημισμένων αρχαίων Ελληνίδων αθλητριών, αρχής γενομένης από τήν πασίγνωστη «μυθιστορική» Αταλάντη τών προΟμηρικών ετών, από τόν Ορχομενό τής Βοιωτίας, η οποία ήταν ασυναγώνιστη στούς δρόμους ταχύτητος αλλά και τίς απεικονιζόμενες σέ Μυκηναϊκες τοιχογραφίες υπερήφανες αρματηλάτισσες.
Όμως, έχουν διασωθεί -τό προείπαμε- ονόματα γυναικών Ολυμπιονικών, όπως:
H Kυνίσκα, «θυγάτηρ Αρχιδάμου, βασιλεύσαντος Σπαρτιατών, αδελφή δε Αγησιλάου, Ολυμπίαση πρώτη νίκην ανείλετο άρματι», στίς Ολυμπιάδες 96η και 97η (Παυσανίας, Λακωνικά 15, 1).
Η Ευρυλεωνίς, επίσης από τήν Σπάρτη, η οποία «…νίκην δε ίππων συνωρίδι ανείλετο Ολυμπικήν», δηλαδή, επέτυχε πρώτη νίκη στόν αγώνα αρματοδρομίας δυϊππων αρμάτων. (Στήν 103η Ολυμπιάδα, όπως αναφέρει ο Παυσανίας στό Βιβλίο του «Λακωνικά», 8, 6).
Η Βελιστίχη από τήν Μακεδονία, τής οποίας η εικόνα υπήρχε στήν Ολυμπία μέ τήν επιγραφή «…επί μέν τη συνωρίδι Βελιστίχην εκ Μακεδονίας της επί θαλάττη», στίς 128η και 129η Ολυμπιάδες (Παυσανίας, Ηλ. Δ’ 8, 11.).
Όμως, Ολυμπιονίκες είχαν αναδειχθεί και η Θεοδότα η Ηλεία (σέ άγνωστης χρονολογίας αρματοδρομία), η κόρη της Τιμαρέτα (σέ αρματοδρομία κατά τήν 174η Ολυμπιάδα) και η Μνασιθέα η Κασία (και αυτή σέ αρματοδρομία κατά τήν 200η Ολυμπιάδα.)
Ασφαλώς, οι «καταγεγραμμένες» Ολυμπιονίκες γυναίκες είναι ελάχιστες εν συγκρίσει πρός τούς «ατελείωτους» καταλόγους τών Ολυμπιονικών ανδρών και μόνον όμως από τήν ενδεικτική αναφορά τους προκύπτει ότι, η ανάδειξή τους -επαγωγικώς- επιβεβαιώνει τήν δυνατότητα τής συμμετοχής στούς «Ολυμπιακούς» αγώνες -εκτός τών ιδίων- και τών πολλαπλασίων συναθλητριών τους, μέ τίς οποίες οι νικήτριες αναγκαίως συναγωνίζονταν αλλά εκείνες (όπως συνήθως συμβαίνει) δέν έτυχαν ιδιαί-τερης τιμητικής καταγραφής.
Προδήλως -λοιπόν- υπήρχαν συμμετοχές ευαρίθμων α θ λ η τ ρ ι ώ ν από πολλές πόλεις και περιοχές, στούς σημαντικούς αθλητικούς αγώνες πού διεξάγονταν επί εκατοντάδες χρόνια, σέ όλο τόν Ελλαδικό χώρο.
Ετσι διαπιστώνεται και η δυνατότητα άλλως η ευχέρεια τής προετοιμασίας τους στήν καθ’ εκάστη γενέτειρα πόλη, επομένως και η ύπαρξη εκεί αθλητικών υποδομών (σταδίων, γυμναστηρίων, ιπποδρομίων κ.λπ.)
Κυρίως -όμως- διαπιστώνεται η θετική διάθεση και η συγκατάνευση τών αρχών τών πόλεων και τών αντιστοίχων τοπικών κοινωνιών, καθ’ όσον αφορά τήν απρόσκοπτη και αθρόα συμμετοχή νεανίδων και γυναικών σέ αθλητικές δραστηριότητες, τόσο στίς ίδιες τίς γενέτειρες πόλεις όσο και σέ αγώνες μέ πανελλήνια «αίγλη».
(Οπου αποδεικνύεται ότι, τό παναρχαίο ρητό «νούς υγιής εν σώματι υγιεί» δέν υπήρξε «κενό γράμμα», εφ’ όσον είχε πλήρη εφαρμογή στήν καθημερινότητα τών Ελλήνων και Ελληνίδων, μάλιστα δέ σέ όλη τήν έκταση τού αρχαίου Ελληνικού κόσμου…)
Τ’ ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από τήν καταγραφή νικητριών γυναικών και σέ άλλους -πλήν τών «Ολυμπιακών»- σημαντικούς αθλητικούς αγώνες πανελλήνιας εμβέλειας, όπως υπήρξαν η Αριστόκλεια και η Ηπιόνη οι Λαρισαίες (νικήτριες σέ αρματοδρομίες στά «Ελευθέρια» τών Πλαταιών), Δαμοδίκα η Αιολίς, Κτησύλλα από τήν νήσο Κέα (νικήτρια στά Δελφικά «Πύθια»), Μνασιμάχα από τήν Θεσσαλία και Λύσις από τήν Μαγνησία τού Μαιάνδρου (νικήτριες σέ αρματοδρομίες στά Αττικά «Αμφιάρεια»), Μνησιάδα η Αργεία (νικήτρια σέ αρματοδρομία στά μεγάλα «Παναθήναια»), Τρυφώσα η Κορινθία, σταδιονίκις («στάδιον» = αγώνας δρόμου 187 μέτρων) δύο φορές «Πυθιονίκις» και μία φορά «Ισθμιονίκις» αλλά και η αδελφή της Διονυσία, δύο φορές «Ισθμιονίκις» σε αγώνα «σταδίου».
Ακόμη, αναφέρονται ως σπουδαίες αθλήτριες, η Ζευξώ η Κυρηναία, (σύζυγος τού Πολυκράτους από τό Αργος) και οι κόρες της Ευκράτεια, Ερμιόνη και (επίσης) Ζευξώ, νικήτριες σέ αρματοδρομίες και ιπποδρομίες στά «Παναθήναια».
Αφήσαμε «τελευταία» τήν περίπτωση μιάς αρχαίας Ελληνίδας αθλήτριας, τής περίφημης Ηδέας ή Ηδείας από τήν Κόρινθο, η οποία αναδείχθηκε και αυτή σταδιονίκις στούς αγώνες τών «Νεμέων» και τών «Ισθμίων» αλλά -επί πλέον- και σ’ ένα επικίνδυνο και θεωρούμενο ως κατ’ εξοχήν ανδρικό άθλημα, αυτό τής «ενόπλου αποβάσεως»!!! (Δηλαδή τού άλματος από τέθριππο άρμα, φορώντας περικεφαλαία και θώρακα και κρατώντας δόρυ και ασπίδα, ενώ αυτό έτρεχε μέ μεγάλη ταχύτητα…)
Παραλλήλως -όμως- εκείνο τό «κορίτσι-θαύμα» τής εποχής του δέν ήταν απλώς μία δυναμική υπεραθλήτρια αλλά διέθετε και καλλιτεχνική ευαισθησία αφού πρώτευσε και σέ αγώνες κιθαρωδών στήν εορτή τών «Σεβαστείων» τών Αθηνών!!! (Τά ανωτέρω έχουν διασωθεί σέ επίγραμμα τού έτους 45 μ.Χ.)
(Εμείς συνιστούμε στούς αναγνώστες μας και ιδιαίτερα στίς αναγνώστριές μας τό βιβλίο τού σύγχρονου «χαλκέντερου» και πολυβραβευμένου συγγραφέως Ευαγγ. Σπανδάγου, μέ τίτλο «808 Διακεκριμένες Γυναίκες τής Αρχαίας Ελλάδος» – Εκδόσεις «ΑΙΘΡΑ», όπου επαληθεύονται πλείστα εκ τών ανωτέρω εκτιθεμένων αλλά και πολλά άλλα πρόσωπα και στοιχεία, σχετικά μέ τήν ανάδειξη και τήν τεράστια δημιουργική συνεισφορά τών αρχαίων προγονισσών μας στό ιστορικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι τού διαχρονικού Ελληνισμού.)
«Εν συμπεράσματι» λοιπόν, τό γεγονός τής καταγεγραμμένης υπάρξεως και δράσεως προικισμένων και πολυσυνθέτων Ελλήνων και Ελληνίδων, σέ τέτοιους αριθμούς και μέ τέτοια «ποικιλία» δραστηριοτήτων, δεξιοτήτων και διακρίσεων, αναμφιβόλως επιβεβαιώνει, τ ό σ ο τήν διαδεδομένη ύπαρξη πληθώρας κέντρων διδασκαλίας (τά περίφημα «Γυμνασια») σημερινού πανεπιστημιακού επιπέδου και ευρύτερης παιδείας πνεύματος και σώματος, επιστημοσύνης και καλλιτεχνικής δημιουργίας, σέ όλη τήν γεωγραφική έκταση τού αρχαίου Ελληνικού κόσμου, ό σ ο και τήν δυνατότητα άλλως τήν ευχέρεια τ ή ς σ υ μ μ ε τ ο χ ή ς κ α ι τ ή ς α ν α δ ε ί ξ ε ω ς σ’ α υ τ ά τ ώ ν δ ι α κ ρ ι ν ο μ έ ν ω ν γ υ ν α ι κ ώ ν.
Τέτοιες «Σχολές», φημισμένες και επίζηλες υπήρξαν και «άνθησαν» επί μακρούς χρόνους -στόν ευρύτερο Ελλαδικό χώρο- πολλές.
Θά αναφερθούμε στίς πλέον ονομαστές, προκειμένου νά εξοικειωθούν μέ τήν ύπαρξή τους, οι νέες και οι νέοι μας, οι οποίοι είτε γνωρίζουν ελάχιστα περί αυτών είτε στερούνται πάσης σχετικής γνώσεως και πληροφορίας, στά πλαίσια τής ενορχηστρωμένης εκστρατείας «λήθης» τήν οποία -επί δεκαετίες- μεθοδεύουν και απεργάζονται εγχώριοι «μανδαρίνοι»-επιλογείς τών διδακτέων βιβλίων τής αρχαίας ιστορίας μας.
Βιβλίων πού περιέλαβαν στά περιεχόμενά τους ακόμη και τίς …δυναστείες τών Αιγυπτίων «Φαραώ» (…) αλλά ό χ ι τίς αρχαίες Ελληνικές Σχολές, τούς ιδρυτές και διδάσκοντες σ’αυτές, τίς μεθόδους διδασκαλίας τους, τίς φιλοσοφικές, τίς επιστημονικές και τίς λοιπές -ο ι κ ο υ μ ε ν ι κ ή ς και δ ι α χ ρ ο ν ι κ ή ς α ξ ί α ς- κατακτήσεις και επιτεύγματά τους.
«Είχαμε» λοιπόν: Τήν «Ιωνική Σχολή» τού Θαλή τού Μιλησίου, τήν «Νέα Ιωνική Σχολή» τών Αναξαγόρα, Δημόκριτου, Εμπεδοκλή και Λευκίππου, τήν «Πυθαγόρειο Σχολή» στόν Κρότωνα, τήν «Ελεατική Σχολή» πού ίδρυσε ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος, τήν «Σχολή τής Κυζίκου», τήν «Ελευθέρα» ή «Σοφιστική Σχολή» στήν Αθήνα, τήν «Περιπατητική Σχολή» τού Αριστοτέλους στήν Αθήνα, τήν «Σχολή τών Στωϊκών» τού Ζήνωνος τού Κιττιέως, τήν «Ευκλείδιο Σχολή» στά Μέγαρα, τίς «Επικούρειες Σχολές» στήν Μυτιλήνη, στήν Λάμψακο και στήν Αθήνα, τήν Σχολή τού Ηρακλείδη στήν Ηράκλεια τού Ευξείνου Πόντου, τήν «Αλεξανδρινή Σχολή» στήν Αίγυπτο, τήν «Ακαδημία» τού Πλάτωνος στήν Αθήνα αλλά και πολλές άλλες, εφ’ όσον όλες σχεδόν οι αρχαίες Ελληνικές πόλεις διέθεταν διδακτικές σχολές αλλά -επίσης- διέθεταν θέατρο, γυμνάσιο και στάδιο.
(Η απαρίθμησή τους και μόνη αποδεικνύει ακόμη περισσότερο τήν τεράστια παιδευτική δυνατότητα αλλά και τήν ποικιλία τών εκπαιδευτικών/μαθησιακών επιλογών πού απολάμβαναν οι αρχαίοι Ελληνες νέοι και οι Ελληνίδες νέες, κατ’ αντίθεση πρός όλους τούς γειτνιάζοντες λαούς, στίς σημαντικές πόλεις τών οποίων, έχουν βρεθεί μέν ερείπια εντυπωσιακών ανακτόρων, πυραμίδων και ναών αλλά ουδέποτε εκπαιδευτηρίων, θεάτρων, γυμνασίων, σταδίων και βιβλιοθηκών…)
Εν τέλει δέ (και αυτό είναι τό πλέον σημαντικό), τήν επικαλούμενη γ ε ω γ ρ α φ ι κ ή δ ι ά δ ο σ η κ α ι δ ι ά σ τ α σ η τ ή ς Ε λ λ η ν ι κ ή ς π ο λ ι τ ι σ μ ι – κ ή ς κ ο σ μ ο γ ο ν ί α ς, η οποία διέλαμψε «τ ό τ ε», τήν α π ο κ α λ ύ π τ ε ι ιδιαίτατα η «πανταχόθεν» προέλευση καθενός και κάθε μίας εκ τών ανωτέρω αρχαίων Ελληνίδων και Ελλήνων «πρωταθλητών» τού πνεύματος, τών επιστημών και τών τεχνών.
Και αυτή καταδεικνύεται από τήν εκ μέρους μας -«μετ’ επιμονής»- καταγραφή τής ι δ ι α ί τ ε ρ η ς κ α τ α γ ω γ ή ς τ ο υ ς, ακόμη και από τίς μικρότερες πόλεις και από τά έλάχιστα σέ έκταση νησιά μας αλλά και από τά ακραία όρια τού γνωστού αποικισμού τών Ελλήνων, όπως τήν Αρελάτη (σημερινή πόλη Αρλ τής Γαλλίας) μέχρι τήν Κυρήνη τής Λιβύης και τόν ποταμό Βορυσθένη (Δνείστερο τής σημερινής Ουκρανίας) και από τήν αρχαία Τροιζήνα τού Σαρωνικού κόλπου και τήν μικρή Τήλο τών Δωδεκαννήσων μέχρι τήν Αμβρακία τής Ηπείρου και τήν Ιμέρα τής «Μεγάλης Ελλάδος» στήν Σικελία!!!
(Συνιστούμε στούς νεώτερους αναγνώστες τού βιβλίου μας, τών οποίων η πρόσβαση στίς διαδικτυακές πληροφορίες είναι κατά κανόνα ευχερέστερη, ν’ αφιερώσουν χρόνο στήν ειδικότερη έρευνα και μελέτη τ ώ ν ε π ι τ ε υ γ μ ά τ ω ν και τών λ ε π τ ο μ ε ρ ε ι ώ ν «τού βίου και τού έργου» καθενός/ καθεμιάς από τούς/τίς παραπάνω εξέχοντες/εξέχουσες προγόνους μας.
Πρόκειται γιά μία άκρως διδακτική -ιστορική, επιστημονική και πολιτισμική- πανδαισία…)