Προς αγαπητούς φίλους και φίλες
Μια προσωπική εμπειρία μου σχετική με τον εκδημήσαντα
Αναστάσιο αρχιεπίσκοπο της Αλβανίας
——————————
Η φυσική απώλεια ενός ανθρώπου είναι ένα σύνηθες φαινόμενο εφ’ όσον θνητοί είμαστε όλοι και όλες.
Όμως, η απώλεια ενός συνανθρώπου μας με τέτοια και τόση κοινωνική προσφορά όπως ο μακαριστός Αναστάσιος (για τον οποίο θεωρώ, ότι ουδείς έχει κάτι ν’ αντιλέξει), είναι ένα σπάνιο φαινόμενο που αξίζει την ιδιαίτερη προσοχή μας και την φιλοσοφική εμβάθυνση στα νοήματά της.
Ωστόσο, επειδή στην εποχή μας διαθέτουμε την δυνατότητα της διαδικτυακής πληροφόρησης και μπορούμε να γνωρίσουμε τις ποικίλες λεπτομέρειες της πολυσχιδούς δραστηριότητος και των έργων του Μακαριστού Αναστασίου, ο γράφων θα περιοριστώ σε μία προσωπική μου εμπειρία/μαρτυρία για εκείνον και σε έναν ρόλο άγνωστο στον ελληνικό κόσμο.
Λοιπόν: Είμαστε στην 22α Φεβρουαρίου 1973. Βρίσκομαι από την προηγούμενη ημέρα, μαζί με άλλους 2.000 συμφοιτητές και συμφοιτήτριες, έγκλειστοι στο κτίριο της Νομικής Αθηνών, στην πρώτη δημόσια κατάληψη δημόσιου κτιρίου!
Η κατάληψη γίνεται για να εκφραστεί η -μέχρι τότε «υπόκωφη»- διαμαρτυρία του φοιτητικού κινήματος κατά του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου, δηλαδή της «Χούντας» των Συνταγματαρχών, η οποία, ήδη 6 χρόνια πριν, κατέλυσε με την ισχύ των τάνκς και τον βούρδουλα των ταγμάτων ασφαλείας, τις ελευθερίες του Ελληνικού Λαού.
Το πρωί εκείνης της σημαντικής ημέρας, οι έγκλειστοι φοιτητές, έχουμε κάνει στην ταράτσα της Νομικής Σχολής, την έπαρση της Ελληνικής σημαίας (ο γράφων είχα την τιμή με τα χέρια μου) και ψάλλοντας τον Εθνικό μας Υμνο, διαψεύδουμε τις συκοφαντίες των φερεφώνων της Χούντας, ότι δεν είμαστε παρά κάποιοι «αλήτες» και «απάτριδες αναρχικοί…»
Στις 10 π.μ., οπότε το κτίριο της Νομικής σείεται ήδη από τα συνθήματα κατά της Χούντας και οι αστυνομικοί που μας κυκλώνουν από χθές, έχουν περικυκλωθεί με την σειρά τους, από εκατοντάδες (που σε λίγες ώρες θα γίνουν χιλιάδες), Ελληνες πολίτες, λαμβάνουμε -για πρώτη φορά- τηλεφωνικό μήνυμα εκ μέρους του Πρύτανη του ΕΚΠΑ (Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών).
Μας καλεί να στείλουμε μία επιτροπή των εγκλείστων φοιτητών στην Πρυτανεία (η οποία έδρευε και εδρεύει ακόμη, στο εμβληματικό κτίριο της Λεωφόρου Πανεπιστημίου), για «έντιμες διαπραγματεύσεις» σχετικά με την κατάληψη, που (όπως εκ των υστέρων πληροφορηθήκαμε), έχει θορυβήσει την Χούντα!
Θα βρεθώ μεταξύ των δέκα συμφοιτητών της Επιτροπής από τίς Σχολές τής Νομικής και τής Φιλοσοφικής (ο ίδιος ήδη ήμουν στις εξετάσεις του πτυχίου) και η συνάντησή μας γίνεται σε μία μεγάλη αίθουσα συνεδριάσεων της Συγκλήτου, τα μέλη της οποίας, διαπιστώνω, ότι μας κοιτούν με δέος, θαυμασμό και απορίες.
Ωστόσο, κατά την διάρκεια των αναγνωριστικών συνομιλιών μας με τους καθηγητές (εγώ θυμάμαι ότι συνομιλούσα με τον Αντιπρύτανη και καθηγητή του Εμπορικού Δικαίου κων/νο Ρόκα), με πλησιάζει ένας κλητήρας και μου λέγει «ψυθυριστά», ότι στο διπλανό γραφείο, θέλει να μου μιλήσει κατ’ ιδίαν «ένας καθηγητής».
Τον ακολουθώ, με λίγη καχυποψία, γιατί οι ώρες και οι ημέρες είναι …. «ζεματιστές», και μπαίνω σε γραφείο, όπου περιμένουν δύο ιερωμένοι!!!
Ο ένας μου είναι γνώριμος (λέγονταν Τιμόθεος Λαγουδάκης και ήταν από τους ελάχιστους φοιτητές τής Θεολογικής Σχολής που συμμετείχε θαρραλέα από τις πρώτες αντιστασιακές μας κινητοποιήσεις), οπότε αντιλαμβάνομαι, ότι δεν θα πρέπει να ανησυχώ.
Ο δεύτερος είναι ένας «επίσημος» σε παρουσία και ηλικία ιερωμένος ο οποίος μου συστήνεται ως Αναστάσιος Γιαννουλάτος, καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου στην Θεολογική Σχολή Αθηνών.
Μετά τις αμοιβαίες συστάσεις μας, ο καθηγητής μου λέγει:
«Ασφαλώς θα απορείτε γιατί απ’ όλους τους συναδέλφους σας επέλεξα να μιλήσω μόνο σε σάς» και χωρίς να προλάβω ν’απαντήσω, σπεύδει να μού ‘πεί, με ένα γλυκύτατο χαμόγελο:
«Μα, διότι είσαστε λεπτόκορμος και φορείτε αυτό το θαυμάσιο αμπέχωνο»!!!
(Σπεύδω να διευκρινίσω, ότι στις καταλήψεις φορούσα συστηματικά ένα χοντρό μαύρο ναυτικό «αμπέχωνο» που είχε «εξοικονομήσει» η μητέρα μου, γιατί, εκτός του ότι ήταν αρκετά ευρύχωρο, διέθετε και ενισχυμένες εσωτερικές επωμίδες, πολύ «προστατευτικές» στα χτυπήματα από αστυνομικά «γκλόπς»…)
Την επομένη εκείνης της συναντήσεως, η αγγλόφωνη εφημερίδα Athens News, είχε πρωτοσέλιδη φωτογραφία μου με εκείνο το «ιστορικό» αμπέχωνο και με παρέα δύο δυναμικές συναγωνίστριες της Φιλοσοφικής σχολής, την Τιτίκα Σαράτση και την Κλειώ Κόντου, ενώ πηγαίναμε στην Πρυτανεία…)
Και ο σεβαστός ιερωμένος συνέχισε: «Εάν θέλετε, παρακαλώ ξεντυθείτε, γιατί έχουμε μια σημαντική δουλειά να κάνουμε»!!!
Ήταν τόσο πειστικός ώστε δεν δίστασα να βγάλω το αμπέχωνό μου, ενώ ο αείμνηστος Τιμόθεος Λαγουδάκης (που «χάθηκε» μετά από ένα περίπου χρόνο, σε ένα περίεργο αυτοκινητικό «ατύχημα»…), έβγαλε από μεγάλη μαύρη σακκούλα, μια σημαντική ποσότητα από -περίπου 15 έως 20 «ασημί» μακριά «μασούρια» φαρμακευτικής συσκευασίας, μήκους πλέον του ενός μέτρου.
Ο Καθηγητής Γιαννουλάτος μου είπε: «Είναι δισκία ισχυρής βιταμίνης «C» που ισοδυναμούν με 10 πορτοκάλια το ένα. Μετά από τόσες ώρες κατάληψης ασφαλώς θα έχετε ανάγκη ενδυνάμωσης. Θα τίς τυλίξουμε γύρω από την μέση σας και μόλις γυρίσετε στη Σχολή, θα κάνετε τον κόπο να τις μοιράσετε στους συναγωνιστές σας. Ατυχώς μόνον αυτό το ελάχιστο μπορούμε να κάνουμε τώρα!»
Πραγματικά, σε λίγο, «αρματωμένος» με τα μασούρια τις βιταμίνες γύρω από την μέση μου και αφού με ασπάστηκε, μου έδωσε την ευχή του λέγοντας:
«Καλή επιτυχία στο ευλογημένο έργο σας», αποχαιρέτησα τον απίστευτο εκείνον άνθρωπο και επέστρεψα στην μεγάλη αίθουσα, όπου οι συμφοιτητές είχαν τελειώσει τις συνομιλίες και ήδη είχαν αρχίσει να ανησυχούν για την τύχη μου.
Σε λίγη ώρα (ήταν περίπου μεσημέρι ώρα 2 μ.μ., αν θυμάμαι καλά…), αρχίσαμε να επιστρέφουμε στην πολιορκημένη σχολή μας, χωρίς ευτυχώς επεισόδια, γιατί ο Πρύτανης είχε εγγυηθεί γι’ αυτό, σε συνεννόηση με την Αστυνομία.
Οι βιταμίνες, (περίπου 500-600) βεβαίως, δεν έφταναν για όλους μας, εφ’ όσον οι έγκλειστοι συμφοιτητές ξεπερνούσαν τις 2.000, αλλά γεμίζοντας κάποια ποτήρια με νερό, είχαμε μία-δυό γουλιές από δυνατή πορτοκαλάδα, εφ’ όσον σχεδόν όλοι είμαστε νηστικοί από την προηγούμενη ημέρα!
Θεωρώ, ότι ήταν όμως μία αληθινή αντιστασιακή ενέργεια του μακαριστού Αναστασίου, σε ώρες δύσκολες και βεβαίως διακινδύνευσε πολλά βοηθώντας μας, με εκείνη την ευφυή ενέργειά Του.
Υ.Γ. Με τον Μακαριστό Αναστάσιο, είχα μία ακόμη, γραπτή επικοινωνία, όταν, το έτος 2012, του έστειλα στα Τίρανα το βιβλίο μου με τίτλο : «Διαχρονικός Ηπειρωτικός Ελληνισμός», υπενθυμίζοντάς του, ότι ήμουν «ο φοιτητής με το μαύρο «αμπέχωνο», κατά την κατάληψη της Νομικής Σχολής το 1973!.
Η απάντησή του εμπεριείχε την γνωστή γλυκύτητά του και περισσή συγκίνηση!
Ας έχει καλό κατευόδιο και εμείς να θυμόμαστε το ασύγκριτο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο του, γνωρίζοντας τώρα, ότι διέθετε και αντιδικτατορική φιλοσοφική τόλμη και συνέπεια!!!
Αθήνα, 27η Ιανουαρίου 2025.
Με συγκίνηση, Γρηγόρης Νικηφ. Κοσσυβάκης